Δευτέρα 18 Μαρτίου 2024

LYNNE ARRIALE TRIO νέο άλμπουμ για την συνθέτρια και πιανίστρια της jazz

Αμερικανίδα τζαζ πιανίστρια και συνθέτρια, με μεγάλη ήδη ιστορία, η Lynne Arriale παρουσιάζει, τώρα, με το τρίο της, την πιο νέα δουλειά της που αποκαλείταιBeing Human [Challenge Records, 2024]. To άλμπουμ αυτό είναι το δέκατο έβδομο της Arriale, με leader την ίδια και ακόμη το τέταρτο, που ηχογραφεί για την ολλανδική Challenge Records τα τελευταία χρόνια. Στο “Being Human” η Arriale παίζει πιάνο φυσικά (και ακόμη το ηλεκτρικό όρθιο clavinova της Yamaha), ενώ την συνοδεύουν ο Alon Near μπάσο και ο Lukasz Zyta ντραμς – με το άλμπουμ να καταγράφει έντεκα tracks, όλα συνθέσεις της Arriale.
Κατ’ αρχάς να πούμε πως το “
Being Human” είναι μία πολύ φροντισμένη παραγωγή, σε κάθε επίπεδο. Και στο «εξωτερικό» με την χάρτινη συσκευασία (και το απλό jewel case εντός), μα και επί του ηχογραφικού, καθώς έχουμε έναν «γεμάτο» και ωραία φινιρισμένο ήχο, που προσφέρει από μόνος του ηχητικές θωπείες.
Το λέμε, γιατί η μουσική της Arriale είναι και θωπευτική, αν κρίνουμε από μερικές αργές συνθέσεις της, σαν τις “Love” και “Gratitude”, που αφήνουν μία απαλή επίγευση (κάπως σαν ν’ ακούς... χριστουγεννιάτικη τζαζ).
Βασικά, εκείνο που πρωταγωνιστεί στο “Being Human” είναι η ηχητική ομορφιά ή και μόνη της η ομορφιά, αν θέλετε. Υπονοούμε πως το άλμπουμ έχει γίνει ακριβώς γι’ αυτό το λόγο – για να προβάλλει την καλή διάθεση και την ανθρωπιά, ή για να τιμήσει την καλή προσπάθεια ή και την θυσία ακόμη.
Προς τούτο όλα τα κομμάτια της Arriale είναι αφιερωμένα πότε στην Greta Thunberg, την Malala Yousafzai και τον ουκρανικό λαό, και πότε στο ανθρώπινο είδος και στους «ταγμένους», δηλαδή σε όσους έχουν θέσει ως σκοπό της ζωής τους να προσφέρουν για το κοινό καλό.
Εμπνεόμενη μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η Arriale δεν μπορεί παρά να προσφέρει κάτι, ηχητικώς ανάλογο. Μια τζαζ λεπταίσθητη, με πολλά ρομαντικά στοιχεία, «κλασική» στην αφήγησή της και προσεγμένη, οπωσδήποτε, μέχρι κεραίας – δίχως όλα τούτα να σημαίνουν πως εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι το εργαστηριακό και το προαποφασισμένο. Όχι. Υπάρχουν άνθρωποι που βιώνουν την ομορφιά στη ζωή τους, και δεν χρειάζεται να προσπαθήσουν καθόλου για να πείσουν τους άλλους πως αυτό που βγαίνει από μέσα τους είναι όντως τίμιο και ειλικρινές.
Αυτό συμβαίνει με την jazz του “Being Human” του Lynne Arriale Trio, μιας παρέας, που μπορεί να σε παρασύρει στο δικό της «ταξίδι» με μερικά αληθινά εμπνευσμένα tracks σαν τα “Courage” και “Persistence”.
Επαφή: www.challengerecords.com

Κυριακή 17 Μαρτίου 2024

10 άξιοι σύγχρονοι ροκ δίσκοι από Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία και Νέα Ζηλανδία - Πιάνουν όλα τα στυλ, από progressive, psychedelic, hard rock και folk rock, μέχρι krautrock, post rock και punk rock

Το ροκ είναι πάντα εδώ... ενωμένο, δυνατό. Κυκλοφορούν πολύ καλά ή και φοβερά άλμπουμ, παντού στον κόσμο, και βεβαίως στην Ελλάδα, που δείχνουν ότι υπάρχει και έμπνευση, από τη μεριά των μουσικών και των συγκροτημάτων, και βεβαίως κοινό που θα επιληφθεί του θέματος και θα τρέξει να υποστηρίξει live και δισκογραφία.
Δέκα σύγχρονοι ροκ δίσκοι, για όλα τα γούστα, παρουσιάζονται στη συνέχεια...
 
https://www.lifo.gr/culture/music/deka-axioi-syghronoi-rok-diskoi-apo-germania-agglia-gallia-ellada-ispania-italia-kai

Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

GAGATOCH ελληνικό σχήμα με live electronics, μπάσο, εφφέ και λούπες

Οι GaGaToch, όπως τους αρέσει να γράφονται, είναι ένα ντούο, που το αποτελούν οι Στέλιος Γκαγκάρης (Stelios Gagaris) live electronics και Sergei Tochmachov μπάσο, εφφέ, λούπες. Οι δύο μουσικοί μάς είναι γνωστοί ως μέλη των Sugar Factory, ενός πολύ καλού post-rock γκρουπ, για το οποίο έχουμε γράψει στο παρελθόν – με αυτό που επιχειρούν εδώ, πάντως, να είναι τελείως διαφορετικό.
Το Aegisthus [Private Pressing, 2024], που είναι ένα 5-tracks CD, με διάρκεια περί τα 36 λεπτά, κινείται σε πειραματική κατεύθυνση, όντας ηχογραφημένο σε διάφορες τοποθεσίες περί το καλοκαίρι του ’23.
Τα πέντε tracks έχουν τίτλους αρχαιοελληνικούς-μυθολογικούς (“Catreus”, “Xenodice”, “Atreus”, “Thyestes”, “Aerope”) και αυτό δεν ξέρω αν σημαίνει κάτι σε σχέση με τη μουσική. Μάλλον σημαίνει, υπό την έννοια πως αυτή (η μουσική) είναι άχρονη, υποβλητική, «σκοτεινή», κάπως σαν να επενδύει ένα concept που κινείται μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, ή μόνο φαντασίας.
Το ηχητικό περιβάλλον, που οικοδομούν οι GaGaToch, έχει διάφορα επιμέρους γνωρίσματα. Βασικά υπάρχει μία έντονη noise διάσταση, με ακατέργαστους ήχους να συμβάλλουν από διάφορες μεριές, δημιουργώντας σκηνές έντασης. Τα εφφέ, τα ηλεκτρονικά και οι λούπες βεβαίως κυριαρχούν, ενώ και το μπάσο, σαν ήχο, δεν μπορείς να το προσδιορίσεις, μέσα σ’ αυτό το συνονθύλευμα.
Υπάρχει ένα ανακάτεμα ακανόνιστων ήχων, που τεντώνει στα άκρα το “Aegisthus”, με μικρές «κοιλιές» ανάμεσα και μεγάλα «όρη», με το τελευταίο μόνον κομμάτι, το “Aerope” να δημιουργεί κάτι άλλο ως επιστέγασμα – καθώς ακούγεται πιο κοντά στην kraut αντίληψη για την ηλεκτρονική μουσική, πάντα με το volume ενισχυμένο, και από ρυθμικής πλευράς πιο συγκεκριμένο από τη μέση και μετά.
Υπάρχει αυτοαναφορικότητα στο “Aegisthus”, αλλά οπωσδήποτε σαν άκουσμα «στέκεται», έχει το ενδιαφέρον του εννοούμε, χωρίς να ενοχλείσαι.
Επαφή: https://gagatoch.bandcamp.com/album/aegisthus

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

o ντράμερ DAN WEISS με τους Miguel Zenón (άλτο) και Matt Mitchell (πιάνο)

Συνθέτης και ντράμερ είναι ο Dan Weiss, τον οποίον έχουμε συναντήσει είτε ως μέλος σε άλλα σχήματα ή μπάντες καλλιτεχνών (Daniel Hersog Jazz Orchestra, Tineke Postma, Rudresh Mahanthappas Indo-Pak Coalition, Rez Abbasi, Quinsin Nachoff Etherial Trio κ.λπ.) είτε μέσα από τα πιο προσωπικά άλμπουμ του, όπως είναι το “Dedication” [Cygnus Recordings, 2022] με το Dan Weiss Trio.
Πιάνο-μπάσο-ντραμς ήταν εκείνο το τρίο του 2022, άλτο σαξόφωνο-πιάνο-ντραμς είναι αυτό του άλμπουμ “Even Odds” [Cygnus Recordings, 2024], με τον Dan Weiss να τον συνοδεύουν οι Miguel Zenón (άλτο) και Matt Mitchell (πιάνο).
Όπως λέει ο ίδιος ο Dan Weiss, στις liner notes, κάθε κομμάτι τού “Even Odds” (με την εξαίρεση δύο από τα εν συνόλω είκοσι) είναι συντεθειμένο με τέτοιο τρόπο ώστε τα ντραμς να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο σε αυτό. Επίσης λέει πως έξι από τα είκοσι tracks αφορούν στο συγκεκριμένο τρίο (και προφανώς στο ομαδικό παίξιμό του), ενώ όλα τα υπόλοιπα είναι γραμμένα για σόλο drums, που προσφέρεται ως βάση για αυτοσχεδιασμό από τους Zenón και Mitchell, εννοώντας πως πάνω σε μια δεδομένη σύνθεση για σόλο ντραμς, μπήκαν με overdubbing οι δύο μουσικοί και αυτοσχεδίασαν-ηχογράφησαν.
Υπάρχουν κομμάτια εδώ που έχουν τίτλους “Bu” και “Max Roach” και είναι αφιερωμένα στους δύο ιστορικούς ντράμερ της jazz (Bu ήταν το παρατσούκλι του Art Blakey), όπως υπάρχει και κομμάτι “Nusrat”, αφιερωμένο στον Nusrat Fateh Ali Khan. Ακόμη υπάρχει track που αποκαλείται “Ititrefen” και που είναι η λέξη Nefertiti ανάποδα γραμμένη (ευθεία αναφορά στη θρυλική σύνθεση του Wayne Shorter, από το εξίσου ιστορικό LP του Miles Davis).
Γενικώς αν ψάξεις θα βρεις πολλές αναφορές στις συνθέσεις τού Dan Weiss, άλλες πιο φανερές και άλλες καλύτερα κρυμμένες, όπως εκείνη στο trackM and M” (σίγουρα κάτι σημαίνουν αυτά τα δύο “M”, αλλά δεν είναι εύκολο να μαντέψεις), αν και σε κάθε περίπτωση εκείνο που βγαίνει πάνω απ’ όλα, εδώ, είναι το κλίμα μιας «ζωντανής» και έντονης προσέγγισης... συνθέσεων που μπορεί να μοιάζουν κάπως με ασκήσεις (αρκετές έχουν διάρκεια από ένα έως δύο λεπτά), αλλά στην πράξη είναι σύντομα και ολοκληρωμένα κομμάτια.
Επαφή: www.danweiss.net, www.cygnusrecordings.bandcamp.com

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

DAVID LEON ένα παράξενο improv άλμπουμ

Ένα παράξενο και βασικά improv άλμπουμ έχουμε εδώ. Αποκαλείται Birds Eye [Pyroclastic Records, 2024] και ανήκει στον reedman David Leon (κουβανικής καταγωγής, γεννημένος στο Miami που ζει στο Brooklyn), ο οποίος χειρίζεται σοπράνο & άλτο σαξόφωνα και ακόμη άλτο φλάουτο και πίκολο. Στο “Birds Eye” ο Leon δεν είναι μόνος του, αφού τον συνοδεύουν, σε σχήμα τρίο, η DoYeon Kim σε gayagum (κορεάτικο έγχορδο-zither), φωνή και η Lesley Mok σε drums, κρουστά και glockenspiel, δημιουργώντας όλοι μαζί αυτό το κάπως παράξενο –το ξαναλέμε– και ελαφρώς ακατάτακτο άκουσμα, που έχει πάντως το δικό του ενδιαφέρον.
Οι βασικές επιρροές-αναφορές τού Leon, εδώ, είναι βασικά δύο. Και δεν αναφερόμαστε, βεβαίως, στο jazz-improv πλαίσιο, που στήνεται εξ αρχής, αλλά σ’ εκείνα που παρεισφρέουν εντός του και το χαρακτηρίζουν.
Έτσι λοιπόν υπάρχουν από τη μια μεριά οι κουβανικές αναφορές στα ρυθμικά patterns τής Mok και από την άλλη οι παραδοσιακές κορεάτικες, όπως αυτές «διαφεύγουν» μέσα από τα παιξίματα της Kim στο gayagum.
Βασικά, στο “Birds Eye” υπάρχει πλέρια ελευθερία, με αποτέλεσμα οι συνομιλίες των δύο διαφορετικών και απομακρυσμένων παραδόσεων να ακούγονται... εκτός ορίων, δίχως τούτο να σημαίνει πως δεν μπορούν να αγγίξουν και το «μέσο» τζαζ-αυτί, όπως συμβαίνει σε κομμάτια σαν το “Nothing urgent, just unfortunate”, μα και σε άλλα εννοείται.
Άλλοτε πάλι εκείνο που κυριαρχεί, δίνοντας το αρχικό σήμα, είναι το gayagum, πριν αναλάβει πρωτοβουλίες ο Leon με τα πνευστά του, με το ρυθμικό υπόβαθρο να ακολουθεί, μέσα από ποικίλες θέσεις (και συχνά απλώς συνοδευτικές), όπως συμβαίνει στο αργό και μελωδικό “To speak in flowers”.
Ενδιαφέρον έχει και το “A night for counting stars”, εκεί όπου η Kim απαγγέλει, υπό συνοδεία μουσικής φυσικά, ένα ποίημα του κορεάτη Υun Dong-ju, που έζησε στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, και που έγραφε ποίηση με λυρικά ή και με εθνικά χαρακτηριστικά, ενώ ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν κάποια tracks με μικροτόνους, όπως συμβαίνει στο “Expressive jargon I & III”, που ακούγεται περισσότερο απω-ανατολίτικο (με τον Leon να κάνει μοναδική δουλειά στο άλτο), ή και στο “Infatuation station”.
Οπωσδήποτε το “Birds Eye” δεν είναι ένα εύκολο CD, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως η δουλειά που κάνει, για μιαν ακόμη φορά, η Pyroclastic Records δεν είναι άκρως σημαντική. Η προσπάθειά της, εννοούμε, να μας συστήσει μουσικές ή συνδυασμούς μουσικών εντελώς διαφορετικών παραδόσεων, μέσα από τα κανάλια της jazz και του δημιουργικού αυτοσχεδιασμού, συνδυάζοντας ελεύθερη επικοινωνία και αισθητική ακεραιότητα.
Επαφή: www.pyroclasticrecords.com

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2024

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 566

13/3/2023
Τρανσολατρεία. Η Ατζίτα στην Κέρκυρα
[«Όργια στην Κέρκυρα» (1983) του Ηλία Μυλωνάκου]

12/3/2024
Η μουσική άλλαξε από τότε που τα νέα τραγούδια, ακόμη και οι επιτυχίες, σταμάτησε να διασκευάζονται.
[ο Guidone ήταν καλύτερος λέει από τους Rolling Stones, στη Λεωφόρο το '67, όταν έπαιξε σαπόρτ...] 

12/3/2024
Μουσική Χάρης Χαλκίτης, στίχοι Boris Bergman (ο στιχουργός των Aphrodite's Child κ.ά.), τραγούδι Δημήτρης Ταμπόσης. Όταν τα ελληνικά νιάτα διέπρεπαν στα κλαμπ και τα πικάπ της Δυτικής Ευρώπης...
https://www.youtube.com/watch?v=6zmlTa3vE4w

11/3/2024
Ακούω κάποιους να λένε (τώρα να μην τους χαρακτηρίσω...) πως δεν κυκλοφορούν σήμερα μουσικά περιοδικά – εννοούν χάρτινα.
Για καθίστε ρε... το Metal Hammer τι είναι; Το YELLOW BOX, που γράφω κι εγώ, τι είναι; Το LUNG τι είναι; Δεν είναι μουσικό περιοδικό; Ακόμη και ο Ήχος βγαίνει σε κάποια μορφή, Sound kai Vision νομίζω, κάπως έτσι... Μπορεί να βγαίνει και κανα άλλο και να μου διαφεύγει... Α ναι, και ο Μετρονόμος!
Δηλαδή, επειδή δε βγαίνει το Ποπ & Ροκ (που για μένα ήταν το χειρότερο μουσικό περιοδικό των έιτις - update: από τα τρία μεγάλα της εποχής εννοώ), πάει να πει ότι δεν κυκλοφορούν μουσικά περιοδικά;

11/3/2024
ερωτική πόλη, μεγάλη φτωχομάνα, πόλη των ποιητών, συμβασιλεύουσα, νύφη του θερμαϊκού και... συννυφάδα του παγασητικού
[ρε μην ξαναπείτε όλες αυτές τις μ@λακίες]

11/3/2024
Τελικά, αν και το κομμάτι της Σάττι το γράψανε καμιά δεκαριά άτομα δεν αποφεύχθηκε η αναταραχή με το «τα τα τα».
Σήμερα τα τραγούδια –τα ποπ, που κάνουνε τεράστιες επιτυχίες σε tiktok, youtube κ.λπ., δεν λέμε για τα άλλα, που τ’ ακούνε 100 άνθρωποι–, τα γράφουνε, αυτοί που τα γράφουνε, αγκαλιά με τους δικηγόρους.
Η φάμπρικα της «κλεψιάς», αληθινής ή δήθεν, είναι από τις πιο ανθηρές και αποφέρει κι αυτή πολλά φράγκα, αφού από παντού καιροφυλαχτεί ο απίθανος που θα σου πει ότι του βούτηξες τρία δευτερόλεπτα από κάποιο δικό του κομμάτι, πως του άρπαξες το λαλαλά ή του έκλεψες το ριφάκι ή το σαμπλάκι.
Νομίζετε πως τα παλιά τα χρόνια θα κοντραριζόταν ο καπετάν-Γκινής με τον Σαββόπουλο για το «Ντιρλαντά», αν το «Ντιρλαντά» δεν το τραγουδούσε όλος ο κόσμος και δεν γινόταν παγκόσμια επιτυχία;
Σήμερα δεν μπορείς να γράψεις κάτι, με σκοπό το κέρδος (κάτι θεμιτό), αν δεν έχεις ισχυρή νομική προστασία. Και αν τελικά σε σύρουνε σε δίκες και χάσεις, τότε, αν το τραγούδι είναι γραμμένο από καμιά δεκαριά άτομα, θα σου πέσει ελαφρύτερο και το πρόστιμο...

9/3/2023
Κοιτάω αυτό το βίντεο ξανά και ξανά. Απολαμβάνω τον τεράστιο τραγουδιστή Δημήτρη Ξανθάκη (τον τρόπο του, το στήσιμό του, την κίνησή του, το σκυφτό στυλ του, το πώς πιάνει τις γαρδένιες στον αέρα) πώς κάνει δικό του τέλος πάντων, και μάλιστα live, αυτό το τρομερά δύσκολο αριστούργημα του Στέλιου (βγάζοντάς τον από τη μνήμη μου!), ενώ παρατηρώ και τους αποσβολωμένους συναδέλφους του, τον Βαρδή, τον Μπάση, τον Ανδρεάτο, τη Νέγκα, την Ασλανίδου, καθώς έχει φύγει η γη κάτω από τα πόδια τους... Πρώτα καταξιώνεσαι από τους συναδέλφους σου και μετά από τον κόσμο, ως γνωστόν.
«Δεν θέλαν ορισμένοι / να ζούμε αγαπημένοι»... τι έγραψες ρε αθάνατε Πυθαγόρα;
https://www.youtube.com/watch?v=7oj8snXrigM

9/3/2024
Διαβάζω κάποιους που λένε για τη Γιουροβίζιον ότι παλιά ήταν «μια χαρά» και πως άκουγες και κανα τραγούδι της προκοπής κτλ., ενώ τώρα κατάντησε κτλ.
Μάγκες μου θυμάμαι να παρακολουθώ Γιουροβίζιον στα σέβεντις και στα έιτις και να με πιάνουν τα χασμουρητά. Τα περισσότερα τραγούδια ήτανε για χeσιμο, ενώ και πολλά που βραβεύονταν ήταν κλεμμένα από δω κι από κει.
Ακόμη και η μ@λακία, το Ουότερλου των Άμπα, ήταν από το “See my baby jive” των Wizzard. Για να μην πω για το γαλλικό νούμερο 1 του ’77, το L'Oiseau et l'Enfant, που ήταν από το Here’s to you του Μορικόνε. Όλοι έπαιρναν από τις επιτυχίες του αγγλο-αμερικάνικου τοπ, για να επωφεληθούν και να κερδίσουν.
Λίγα κομμάτια μέσα στα χρόνια, στη Γιουροβίζιον, είχαν το χάρισμα να ήταν καλά τραγούδια και να αντιπροσωπεύουν, ταυτόχρονα, τη χώρα την ίδια και όχι τις ποπ μητροπόλεις. Δανέζικη ποπ, σουηδική ποπ και τα ρέστα... Δεν υπάρχουν τέτοια πράματα, όλα είναι αγγλοαμερικάνικα.
Τουλάχιστον η Σάττι έχει ελληνικούρα μέσα, ψιλο-ακατέργαστη και με στοιχεία παλιοποιότητας, και αυτό κάτι λέει. Είναι κάτι που φύεται στον τόπο μας τέλος πάντων - δεν είναι ο φρικτός μαϊμουδισμός στα τραγούδια των Γιάνκηδων και των Μπόμπηδων.

8/3/20424
Τελικά, με τα αυστηρά κριτήρια που έθεσε ο Μητσοτάκης (τα αυστηρότερα στην Ευρώπη, όπως διαβάζουμε) δεν πρόκειται να ιδρυθεί κανένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο...

8/3/20424
Δεν ξέρω τι συνειρμούς έκανα αλλά το Ζάρι της Σάττι μου φέρνει στη μνήμη το Φοβάμαι της Angie. Κάτι τα χορευτικά, κάτι η ανάγκη να ζεις στην εποχή σου και όχι σε κάποια άλλη φανταστική, κάτι το beat... όλα αυτά μαζί, και άλλα ακόμη.
https://www.lifo.gr/culture/music/i-angie-tragoydise-gia-mia-dysleitoyrgiki-elliniki-oikogeneia-sta-teli-toy-80
https://www.youtube.com/watch?v=IWHJcxKY3ZY

7/3/2024
Ήθελα να βάλω το εξώφυλλο από τον δίσκο των Edgar Broughton Band με τα κρεμασμένα από τα τσιγκέλια κρέατα (και μ’ έναν άνθρωπο, ανάμεσα, γυμνό και κρεμασμένο ανάποδα), αλλά είναι τόσο κάφροι αυτοί εδώ στο φου-μπου, που μπορεί να μου ρίξουνε μπαν και δεν γουστάρω (γιατί ήδη έχω φάει κάμποσα).
Οπότε τη βγάζουμε μόνο με την τραγουδάρα «Βράδυ πάνω από τις στέγες» και με «άλλο» εξώφυλλο, για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο...
https://www.youtube.com/watch?v=mJYkzYLfHIE

6/3/2024
Ένα από τα φοβερά, αλλά όχι πολύ γνωστά τραγούδια του Δήμου Μούτση. Το λέει ο Κωστής Χρήστου εξάλλου...
[πολλά αθάνατα τραγούδια, από έναν προικισμένο τραγουδοποιό, που έφυγε σήμερα από τη ζωή]
https://www.youtube.com/watch?v=Xg40pRGchr4

5/3/2024
Φίλοι και φίλες μού λένε από χρόνια... γιατί δε βγάζεις κανα βιβλίο, τόσοι βγάζουνε. Τόσο υλικό έχεις... και τα λοιπά...
Η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν καιγόμουν για να βγάλω βιβλία. Ούτε όταν βγήκε το «Ραντεβού στο Κύτταρο» (για την δισκογραφία του ελληνικού ροκ), το 1996, καιγόμουν. Την πλάκα μου έκανα τότε, είχα άπλετο ελεύθερο χρόνο και τελικά έγραψα κάτι που εκτιμήθηκε αμέσως από δύο εκδότες, στους πρώτους που το πήγα, για να καταλήξω να συνεργαστώ, τελικά, με τον αείμνηστο Πέτρο Σταθάτο (στο Δελφίνι).
Η αξία ενός βιβλίου με δικά μου κείμενα είναι μία και μόνη, για μένα, τώρα. Είναι η δυνατότητα που μου παρέχεται να συγκεντρώσω ένα σκόρπιο υλικό, που έτσι όπως είναι κομμάτι-κομμάτι ριγμένο στο χάος του ίντερνετ, χάνει και μέρος της αξίας του και κυρίως χάνει τη συνέχειά του.
Όσο μάγκικο και να είναι ένα κείμενο, αν δεν το δεις σε σχέση με τα πριν και τα μετά του παραμένει λειψό, μισό. Με το βιβλίο «μαζεύεις» τη δουλειά σου και τις δίνεις το αληθινό της νόημα. Φτιάχνεις μια ιστορία. Ή την προσεγγίζεις τέλος πάντων.
Δεν το αποφάσιζα να βγάλω βιβλία, γιατί οικονομικά δεν με συνέφερε η φάση. Είχα μιλήσει μέσα στα χρόνια με διάφορους εκδότες, δίχως να καταλήξουμε κάπου. Τώρα, όμως, καταλήξαμε.
Το πρώτο νέο που μεταφέρω, τώρα, εδώ (γιατί θα υπάρξουν και άλλα νέα, σύντομα) είναι πως θα ξαναβγεί το «Ραντεβού στο Κύτταρο», για το οποίο... πολιορκούμαι από χρόνια.
Το βιβλίο είναι σπάνιο. Αν εμφανισθεί σε παλαιοβιβλιοπώλες που ξέρουν τη συλλεκτική αξία του, φεύγει με 30 και 40 ευρώ – και ξέρω αρκετούς που το ψάχνουν.
Το βιβλίο θα το ξαναδώ φυσικά, χωρίς ουσιαστικά να το αλλάξω. Λέμε λοιπόν για μία δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση, με νέο εξώφυλλο και με τις απαραίτητες «χειρουργικές» επεμβάσεις, ώστε το βιβλίο να ανήκει στο τώρα, δίχως να αλλάξω ούτε το ύφος του, ούτε την ουσία των κειμένων του (ανεξάρτητα από το αν και πόσο με αντιπροσωπεύουν μετά από 30 χρόνια – σίγουρα η πλειονότητα των κρίσεων με αντιπροσωπεύει).
Θα γίνει ένα... remastering, για να το πω πιο κατανοητά, που θα του δώσει νέα ζωή, για να αποτελέσει ξανά το βιβλίο έναν μπούσουλα, και για τους νεότερους πλέον αναγνώστες, που θέλουν να διαβάσουν μια «σωστή» περιγραφή της δισκογραφικής ιστορίας του ελληνικού ροκ.
Αντιλαμβάνομαι την αναγκαιότητα αυτού του βιβλίου να υπάρχει σήμερα στα βιβλιοπωλεία και υπόσχομαι πως θα βγει μια έκδοση που θα κάνει στράκες – και οπτικά και σαν κείμενο. Δεν θα μπω τώρα σε λεπτομέρειες...
Η εμπειρία του εκδοτικού οίκου Όγδοο στα μουσικά βιβλία συνηγορεί προς αυτό.
[νεότερα, και για το «Ραντεβού στο Κύτταρο» και για άλλες «εκπλήξεις», στο άμεσο μέλλον...]

4/3/2024
Και ξανά Τέτη Σχοινάκη, με τραγουδάρα Σούκα, Κύπρο και Τζανετάκο...
https://www.youtube.com/watch?v=vv070I9lcEI

4/3/2024
«Μέσα στα μαύρα σου κυρά μου τα μαλλιά φωλιάζουν άστρα κι ανοιξιάτικα πουλιά»
Αν προλάβαινε τον ερωτικό κινηματογράφο, του πρώτου μισού του ’70, θα είχε αφήσει εποχή η Τέτη Σχοινάκη. Θα έκανε μια χαψιά ακόμη και την Τίνα Σπάθη. Φοβερό ατίθασο παίξιμο, που το γνωρίσαμε εμείς, οι πιο παλιοί, από το ρόλο της, ως Λίλη, στο παλιό «Εκείνες κι Εγώ».
Ένα μεγάλο RIP, γι’ αυτό το κορίτσι...

3/3/2024
Τους έπιασε καΐλα και για τη γλώσσα τώρα... Χουντικής έμπνευσης το νομοσχέδιο του ΥΠΠΟ:
«Μέτρα για τη διαφύλαξη και την ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, την προστασία και ενίσχυση του ελληνόφωνου τραγουδιού και της ορχηστρικής μουσικής απόδοσης του ελληνόφωνου τραγουδιού και την προστασία και διάχυση της ελληνικής γλώσσας, στο πλαίσιο της διαφύλαξης και ανάδειξης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς».
>>Σύμφωνα λοιπόν με το Ν/Σ θα πρέπει να παίζεται τουλάχιστον 45% ελληνικής μουσικής από τη μουσική που ακούγεται στους παρακάτω κοινόχρηστους χώρους...<<
Και βεβαίως στην παλιά Ανατολική Γερμανία –που υπήρχε ο σχετικός νόμος 60/40 Regelung, από το 1958, βάσει του οποίου το ποσοστό της μουσικής που θ’ ακουγόταν δημοσίως στη χώρα θα έπρεπε να προερχόταν κατά 60% από τις σοσιαλιστικές χώρες και κατά το υπόλοιπο 40% από τις καπιταλιστικές– υπήρχε μεγαλύτερη δημοκρατικότητα.

ARVE HENRIKSEN / HARMEN FRAANJE touch of time

Το “Touch of Time” [ECM Records / AN Music, 2024] είναι ετοιμασμένο από δύο πολύ δυνατούς μουσικούς, τον νορβηγό τρομπετίστα (χειρίζεται και ηλεκτρονικά) Arve Henriksen και τον ολλανδό πιανίστα Harmen Fraanje. Μουσικούς, που τους γνωρίζουμε και από την προηγούμενη παρουσία τους στην ECM, μα και από άλμπουμ άλλων εταιρειών.
Ο Henriksen, για παράδειγμα, έχει συνεργαστεί μέχρι και με τον Έλληνα Νίκο Φωκά, στο CDnensha” [Underflow Record Store & Art Gallery, 2022], ενώ τις πιο πρόσφατες δεκαετίες τον συναντάμε σε δυνατούς σχηματισμούς, που αποτυπώθηκαν σε κορυφαίες εταιρείες (Rune Grammofon, ECM, ACT, Losen κ.ά.). Να θυμίσουμε: Arild Andersen Group, Christian Wallumrød Trio, Lars Danielsson Liberetto, Jakob Bro / Arve Henriksen / Jorge Rossy κ.λπ. Σε όλα αυτά τα σχήματα ο Arve Henriksen υπήρξε βασικό στέλεχος.
Όμως και ο Harmen Fraanje είναι ένας καταξιωμένος οργανοπαίκτης – και αυτός με παρουσίες στην ECM, π.χ. στο άλμπουμ του Mats EilertsenAnd Then Comes the Night” (2019), στο “Quilter” [Losen, 2019] των Thomas Dahl & Court και αλλού. Άρα, συζητάμε για δύο μουσικούς με άξιο παρελθόν και με εξ ίσου άξιο παρόν, αν αναλογιστούμε εκείνο που ακούμε στην πρόσφατη συνεργασία τους.
Το “Touch of Time” περιλαμβάνει δέκα tracks – επτά συντεθειμένα και από τους δύο και τρία συντεθειμένα μόνον από τον Fraanje. Βασικά, εδώ ακούμε τρομπέτα, πιάνο και ηλεκτρονικά. Αλλά σημασία δεν έχουν μόνον οι ηχητικές πηγές, μα κυρίως οι συνθέσεις, και βεβαίως οι ατμόσφαιρες, ή μάλλον η ατμόσφαιρα, που εκείνες οικοδομούν. Αυτό είναι που «μετράει» πάνω απ’ όλα στο “Touch of Time”.
Λέμε λοιπόν για ένα ηχογράφημα άκρως υποβλητικό, φυσικά περίτεχνο, μελωδικά μαεστρικό, που δεν επιβάλλεται μέσω ακραίων και εξωτερικά εντυπωσιακών στοιχείων, μα κυρίως μέσω ενός συντονισμένου προσανατολισμού προς τα βαθιά αισθήματα.
Το γεγονός ότι κυλάει αργά το “Touch of Time”, νωχελικά και με εκλεπτυσμένο πάθος, μπορεί να το εντάσσει (αυτό το γεγονός) στο λεγόμενο... κλίμα ECM, που μπορεί να μην έχει σχέση με τις ρίζες της τζαζ, αλλά τούτο, τελικά, δεν σημαίνει κάτι. Δεν σημαίνει κάτι εδώ και δεκαετίες, εξάλλου, αν αναφερόμαστε στον «ήχο ECM».
Είναι μια παλαιά νέα μουσική όλο αυτό που ακούμε στο “Touch of Time” –σύγχρονη-ευρωπαϊκή θα μπορούσε επίσης να την αποκαλέσουμε–, με ήδη μεγάλο ιστορικό βάρος και αναγνωρισμένο καλλιτεχνικό φορτίο, που δεν μπορεί παρά να ελκύει.

Τρίτη 12 Μαρτίου 2024

η ιστορία της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» και του περιοδικού «Έψιλον» – εκδόσεις από τη δεκαετία του ’60, έως τα πιο πρόσφατα χρόνια, που απεικονίζουν το πνεύμα κάθε εποχής

Στις 4 Μαρτίου μάθαμε από τα μίντια πως η εταιρεία Alter Ego του Βαγγέλη Μαρινάκη απέκτησε τον τίτλο της ιστορικής εφημερίδας της αριστεράς «Ελευθεροτυπία» και κατ’ επέκταση της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» και βεβαίως του σάιτ enet.gr. Το πρώτο φύλλο της «Ελευθεροτυπίας» είχε κυκλοφορήσει στις 21 Ιουλίου 1975, ενώ η αυλαία θα έπεφτε στις 14 Νοεμβρίου 2014.
Στην πράξη όμως ο τίτλος «Ελευθεροτυπία» είναι παλαιότερος και δεν είχε σχέση με εφημερίδα, μα με περιοδικό.
Πάμε πολύ πίσω στο χρόνο, στο 1963, μια χρονιά που σημαδεύεται από τη δολοφονία του βουλευτή της αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη (ως γνωστόν ο Λαμπράκης στις 22 Μαΐου 1963, θα χτυπηθεί βάναυσα, στο κεφάλι, από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη, για ν’ αφήσει την τελευταία του πνοή πέντε μέρες μετά, στο νοσοκομείο, στις 27 Μαΐου, στα 51 χρόνια του).
Η δολοφονία του Λαμπράκη, από μόνη της σαν γεγονός, θα έθετε σε μιαν άλλη βάση το ίδιο το δημοσιογραφικό λειτούργημα, καθώς τρεις μαχόμενοι δημοσιογράφοι της εποχής, ο Γιώργος Ρωμαίος από «Το Βήμα» και «Τα Νέα», ο Γιάννης Βούλτεψης από την «Αυγή» και ο Γιώργος Μπέρτσος από την «Ελευθερία» θα βοηθούσαν αποφασιστικά, με τις έρευνες και την αρθρογραφία τους, στη διαλεύκανση μιας υπόθεσης που θα συντάραζε το πανελλήνιο για χρόνια (και με πάμπολλα παρεπόμενα σε πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο).
Κάτω από αυτό το σκηνικό οι δημοσιογράφοι θα δουν τον Οκτώβριο του 1963 ένα περιοδικό να βγαίνει μέσα από τα σπλάχνα τους, που αποκαλείται «Ελευθεροτυπία», έχοντας ως ιδιοκτήτες-διευθυντές του τους δημοσιογράφους Δημήτρη Μαρούδα-Αλέκο Φιλιππόπουλο (αργότερα ο Μαρούδας θα αποχωρούσε) και αρχισυντάκτη ξανά τον Α. Φιλιππόπουλο.
Στο περιοδικό έγραφαν και άλλοι φυσικά (οι Κώστας Χατζηαργύρης και Αλέκος Λιδωρίκης ήταν ανάμεσά τους), ενώ έδιναν δουλειά τους και σκιτσογράφοι, όπως ο Ιωάννης Κυριακόπουλος (δηλαδή ο ΚΥΡ) και ο Ηλίας Σκουλάς, που είχαν αναλάβει να εικονογραφούν και τα εξώφυλλα.
Ξεφυλλίζουμε κανα-δύο τεύχη του περιοδικού «Ελευθεροτυπία». Πρώτα το #15, από τον Δεκέμβριο του 1964.
Στο εξώφυλλο ένα σκίτσο του Η. Σκουλά με ευχές για το 1965 που σχετίζονται βεβαίως με τον κλάδο (εφημερίδες με μεγαλύτερες κυκλοφορίες και λιγότερη νυχτερινή εργασία, και δημοσιογράφοι με μεγαλύτερους μισθούς) και αριστερά κάποιοι χτυπητοί τίτλοι: «11 πνευματικοί άνθρωποι μιλούν για τον Δ. Παπαμιχαήλ», «Ο τύπος στην Ελλάδα - από τον Μαρκ Μαρσώ», «Ομοσπονδία ή ενοποίηση;» και «Κοσμογονία στον αγγλικό τύπο».
Στη σελίδα 3 βλέπουμε πως το περιοδικό κόστιζε 10 δραχμές –ακριβό για τα δεδομένα της εποχής, αν σκεφθούμε πως οι «Εικόνες», που ήταν μια κλάση πάνω σαν lay-out, κόστιζαν ακριβώς τα μισά, δηλαδή 5 δραχμές–, κάτι που αιτιολογείται από το γεγονός πώς ήταν ειδικού περιεχομένου έκδοση η «Ελευθεροτυπία», όχι «για όλη την οικογένεια», απευθυνόμενη, πρωτίστως, στον κόσμο του Τύπου.
Γιατί... 11 πνευματικοί άνθρωποι μιλούσαν για τον ηθοποιό Δημήτρη Παπαμιχαήλ; Επειδή ο ηθοποιός, σε μια πρες κόνφερανς σχετική με την αναγγελία του γάμου του με την Αλίκη Βουγιουκλάκη βιαιοπράγησε κατά του δημοσιογράφου Απόστολου Βραχιολίδη (κοινώς τον σφαλιάρωσε), επειδή δεν του άρεσε κάποια ερώτηση που του τέθηκε. Στο ρεπορτάζ της «Ελευθεροτυπίας» λένε τη γνώμη τους διάφοροι επώνυμοι για το γεγονός (Αλέκος Λιδωρίκης, Κώστας Μουσούρης, Δημήτρης Μυράτ, Παύλος Παλαιολόγος, Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου κ.ά.). Ενδιαφέρουσα ήταν η τοποθέτηση της ηθοποιού Έλλης Λαμπέτη:
 
Η συνέχεια εδώ,,,
https://www.lifo.gr/culture/vivlio/h-istoria-tis-efimeridas-eleytherotypia-kai-toy-periodikoy-epsilon

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024

LUNG τεύχος #20, Φεβρουάριος 2024

Το LUNG συνεχίζει την περιοδική πορεία του, έχοντας το νέο 20ο τεύχος του σε κυκλοφορία, πάντα στο γνωστό σχήμα με τις 104 γεμάτες σελίδες και με το εξ ίσου γεμάτο CD-R, με τα 17 ελληνικά ροκ tracks (επιλεγμένα από διάφορα ελληνικά labels).
Όσα έχουμε γράψει στο παρελθόν για το LUNG ισχύουν και για το παρόν τεύχος φυσικά, και σε σχέση με την ύλη του και σε σχέση με την κυκλοφορία του αυτή καθ’ αυτή – γεγονότα, αμφότερα, που επιβεβαιώνουν την ανεξαρτησία του περιοδικού.
Η ύλη πολλή και πλούσια και σ’ αυτό το τεύχος, με πάμπολλα κείμενα στο γνωστό στυλ τού LUNG – με στόχευση, δηλαδή, στην εναλλακτική σκηνή και στις ποικίλες εκφάνσεις της (folk, jazz, funk, indie, avant, improv, psych, prog, punk, hard core κ.λπ.).
Τα κείμενα τώρα, χοντρικά, χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Είναι οι παρουσιάσεις-δισκοκριτικές, είναι τα αφιερώματα και είναι και οι συνεντεύξεις, με πλήθος κειμένων για κάθε κατηγορία. Επίσης, ένας άλλος διαχωρισμός θα μπορούσε να αφορά στα θέματα τα σχετικά με την εγχώρια σκηνή και σ’ εκείνα που έρχονται «απ’ έξω».
Το αφιέρωμα, πάντως, που κυριαρχεί στο παρόν τεύχος είναι εκείνο για τα «καλύτερα άλμπουμ του 2023» ή “LUNG 2023 / A Year in Music”, που καταλαμβάνει 22 σελίδες (από την 39 έως την 61). Εδώ δεν υπάρχει μόνον η συνοπτική 30άδα, με τα αντίστοιχα κείμενα, αλλά και οι επιμέρους 20άδες/30άδες του κάθε συντάκτη και της κάθε συντάκτριας ξεχωριστά, όπως και έξι ακόμη δίσκοι (File Under: Hidden Treasures), που για κάποιο λόγο δεν θα συμπεριλαμβάνονταν στα 30 πρώτα.
Στο παρόν LUNG υπάρχουν φυσικά και όλη η υπόλοιπη ύλη, που έχει να κάνει με τους Lankum, Idris Ackamoor, SANAM, Lucidvox, Bar Italia, The Coral (αφιέρωμα), Panos Birbas (συνέντευξη), Residuos Mentales (συνέντευξη), Ζέφυρος Καυκαλίδης (συνέντευξη) και πολλά άλλα.
Ενδιαφέρον, φυσικά, έχει και το CD-με tracks από τους καταλόγους των εταιρειών Inner Ear, United We Fly, Just Gazing Records, Geheimnis Records, 1000+1 Tilt, Sound Effect Records και βεβαίως διαφόρων privates. Ανάμεσα στα ονόματα, που ακούγονται στο δισκάκι είναι κι εκείνα των Dirty Fuse, Rebel Joe, Loud Silence, Green Was Greener, Birbas, Molyneaux, Millions of Dead Tourists, Notowns, Diesel Cindy, Sadhus / The Smoking Community κ.ά.
Το έχουμε γράψει κι άλλες φορές για το LUNG, και το ξαναλέμε. Μία πολύ καλή προσπάθεια.
Επαφή: www.lungfanzine.gr

Σάββατο 9 Μαρτίου 2024

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΡΟΥΠΟΣ / ΙΟΥΛΙΤΑ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ μπεμπελούνες

Στη σειρά των πέντε CD με μελοποιημένη ποίηση του Γιώργου Κουρουπού (γενν. 1942), που έχει ήδη εκδώσει («Νύχτες, Εικόνες κι ένα Κορίτσι», «Αρχή του Κόσμου Πράσινη») ή σκοπεύει να εκδώσει στο άμεσο μέλλον η Subways Music, εντάσσεται και το παρόν τρίτο CD, που τιτλοφορείται «Μπεμπελούνες» (2023). Σ’ αυτό ο Γιώργος Κουρουπός μελοποιεί, για φωνή και πιάνο, ποιήματα της Ιουλίτας Ηλιοπούλου.
Το CD χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο, που αποτελείται από επτά τραγούδια αποκαλείται «Μπεμπελούνες», ενώ το δεύτερο, που αποτελείται από έντεκα τραγούδια αποκαλείται «Τραγούδια από τους τόπους».
Και τα δύο έργα, που είναι για φωνή και πιάνο, όπως προείπαμε, αποδίδονται από τους Τάση Χριστογιαννόπουλο (βαρύτονος) και Θανάση Αποστολόπουλο (πιανίστας).
Οι επτά «μπεμπελούνες» πρέπει να είχαν παρουσιαστεί για πρώτη φορά «ζωντανά» στις 14 Μαΐου 2018, στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη. Πάντως με εκείνη την αφορμή η Ιουλίτα Ηλιοπούλου είχε μιλήσει για τις «μπεμπελούνες» σε συνέντευξή της (στην Άννα Γεωργιάδου), που εντοπίζεται στον ιστότοπο του ιδρύματος, με ημερομηνία 10 Απρ. 2018. Διαβάζουμε σχετικώς:
«Είναι τραγούδια για φωνή και πιάνο. Τραγούδια που χαρακτηρίζονται από τη μετάθεση της παιδικής τρυφερότητας στην ευαισθησία των μεγάλων. Τα τραγούδια φαινομενικά αναφέρονται στο φεγγάρι. Πιο σωστά, η ίδια η λέξη Μπεμπελούνα υποδηλώνει το μωρό του φεγγαριού. Είναι ένας τρόπος να βλέπεις τη ζωή, τη νύχτα, τον έρωτα, την απουσία μέσα από διάθεση ειλικρινούς παιδικότητας, αλλά και παιδικής ειλικρίνειας, απόλυτης, τρυφερής, σκληρής κάποτε. Τα τραγούδια άλλοτε αναφέρονται σε μια άδεια κούνια, άλλοτε σε μια ερωτική κλίνη, στη χαρά της συνύπαρξης ή και σε μια βροχή που στον συνεχή χτύπο της δηλώνει κάθε αγωνία και έγνοια για τον άλλο… Ο Γιώργος Κουρουπός ξέρει να ακούει σε βάθος κάθε λέξη, κάθε συλλαβή, κάθε σιωπή της ψυχής που προηγείται του λόγου και τον πυροδοτεί. Ξέρει να κάνει με τη μουσική του ανάγλυφα τα αισθήματα, αλλά και να εντείνει την αλήθεια μιας εκμυστήρευσης, διαθέτοντας πάντα απλόχερα την τρυφερότητα, την τόλμη, την πνευματικότητα της δικής του ευαισθησίας».
Η μελοποίηση ενός ποιήματος, ή ενός στίχου γενικότερα, για φωνή και πιάνο είναι από τη φύση της πλήρης. Ο ήχος ενός οργάνου, είτε αυτό είναι το πιάνο είτε ακόμη και η κιθάρα, «βοηθά» το τραγούδι να ακουστεί στην εντέλειά του. Τούτο σημαίνει πως δι’ αυτών των προσεγγίσεων δεν μπορεί να «σκεπαστούν» οι όποιες (ενδεχόμενες) αδυναμίες μιας μελοποίησης. Ο ήχος είναι «καθαρός», φωνή και πιάνο, και τίποτα –καμία ευρύτερη ενορχηστρωτική επεξεργασία, καμία εκ των υστέρων στουντιακή τεχνική– δεν μπορεί να αποκρύψει την μελοποιητική ουσία.
Ο Γιώργος Κουρουπός έχει δώσει έξοχα δείγματα μελοποιήσεων αυτού του τύπου, τραγουδιών εννοούμε για φωνή και πιάνο, κάτι που επαναλαμβάνει φυσικά και στις «Μπεμπελούνες».
Εν τω μεταξύ τα τραγούδια ακόμη και από τις διάρκειές τους δείχνουν τι πραγματικά συμβαίνει εδώ. Όταν υπάρχουν κομμάτια που διαρκούν 1:03, 1:27, 1:32 κ.λπ. γίνεται αμέσως αντιληπτό πως η μελοποιητική προσπάθεια λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη της την διάρκεια της ανάγνωσης καθενός από τα ποιήματα. Τούτο σημαίνει πως οι μελωδίες του Γ. Κουρουπού είναι «σφιχτές», «κολλημένες» πάνω στον λόγο, δίχως να καταχρώνται του χρόνου, με τον Τάση Χριστογιαννόπουλο να ακούγεται σαν («σαν» λέμε) να απαγγέλλει τα ποιήματα. Φυσικά, δεν απαγγέλλει, τραγουδά 100%, αλλά είναι τόσο άμεση η επικοινωνία του ακροατή με τον λόγο της ποιήτριας, μέσω της φωνητικής απόδοσης, ώστε να δημιουργείται αυτή η ψευδαίσθηση.
Φυσικά, ο ερμηνευτής κινείται πάνω στα μελωδικά patterns του συνθέτη, που υλοποιεί δια του πιάνου του ο Θανάσης Αποστολόπουλος – τον οποίον, ως πιανίστα, χαρακτηρίζει η ίδια απλότητα και αμεσότητα. Γενικώς, είναι η παιγνιώδης διάθεση (που εμπεριέχει την απλότητα και την αμεσότητα) εκείνη που κυριαρχεί στις «Μπεμπελούνες» – τραγούδια, που, σε ορισμένους/ες, ίσως θυμίσουν κάτι από την «Λιλιπούπολη».
Ο ίδιος λυρισμός, τόσο στον λόγο, όσο και στις μελοποιήσεις και τις ερμηνείες (τραγουδιστή και πιανίστα) επικρατεί και στην ενότητα «Τραγούδια από τους τόπους». Κι εδώ οι διάρκειες των τραγουδιών είναι σχετικώς μικρές, καθώς κυμαίνονται από 1:51-3:53, με τις μελωδίες του Γ. Κουρουπού να είναι πάντα «καθαρές» και ευανάγνωστες, σπάνιας μεστότητας και εκφραστικής γλυκύτητας – με τον τραγουδιστή και τον πιανίστα να ανταποκρίνονται πλήρως στις ιδιαιτερότητες των συνθέσεων (όπως ακούμε στην «Καταιγίδα» ή στις «Παπαρούνες»), που σχετίζονται και με την προσαρμογή των οργάνων (φωνή-πιάνο) στις απαιτήσεις του ποιητικού λόγου.
Επαφή: www.subways.gr

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

SCHUBMODUL, DEZ DARE, BUTTERFLY BULLDOZER rock και post-punk από την Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία

SCHUBMODUL: Lost in Kelp Forest [Tonzonen Records, 2024]
Αν στο πρώτο άλμπουμ τους, το “Modul I” (2022), οι Γερμανοί Schubmodul από το Μπόχουμ κατέγραψαν τη «σκληρή», διαπλανητική περιπέτειά τους, τώρα στο δεύτερο “Lost in Kelp Forest” μεταφέρουν τα τεκταινόμενα στο βυθό της θάλασσας. Το concept υπηρετείται χωρίς τραγούδι, μόνο με αφήγηση, και βεβαίως με το πολύ ωραίο εξώφυλλό τους – καθότι το άλμπουμ κυκλοφορεί και σε βινύλιο (για μεγαλύτερη εικαστική απόλαυση).
Από συνθετικής πλευράς οι Schubmodul κινούνται σε πολύ καλό επίπεδο, ως ένα χονδρικώς, βαρύ συγκρότημα, με ακαταπόνητες riff-ολογίες, και βαρύγδουπο ρυθμικό τμήμα. Ναι, πιάνουν και stoner περιοχές οι Γερμανοί, αλλά δεν πρόκειται για ένα τυπικό στονεράδικο συγκρότημα. Και γιατί οι φωνές «σπάνε» την οργανική αφήγηση, και γιατί οι επιρροές από το κλασικό progressive hard rock είναι και πολλές και έντονες, αγγίζοντας ακόμη και ελαφρώς «μεταλλικές» περιοχές.
Βασικά, και για να το πούμε όσο πιο απλά γίνεται το “Lost in Kelp Forest” περιέχει μόνον κομματάρες.
Και τα έξι tracks δηλαδή (“Voyage”, “Emerald maze”, “Renegade one”, “Silent echoes”, “Ascension”, “Revelations”) είναι πολύ καλά, με το ένα να συμπληρώνει το άλλο και με όλα μαζί να δημιουργούν αυτό το απροσπέλαστο ηχητικό τείχος, που χαρακτηρίζει αυτού του τύπου τα συγκροτήματα από την εποχή των Epitaph και των Three Man Army.
Οι Schubmodul ξεχωρίζουν!
Επαφή: www.tonzonen.de
DEZ DARE: A Billion Goats. A Billion Sparks. Fin. [God Unknown Records, 2024]
Όπως έχουμε γράψει και στο παρελθόν πίσω από την ονομασία Daze Dare κρύβεται ο τραγουδοποιός, πολυ-οργανίστας και παραγωγός Darren John Smallman. Μεγαλωμένος στην Αυστραλία και δραστηριοποιούμενος στο rock περί την 35ετία, ο Dez Dare βρίσκεται πίσω από μπάντες / projects σαν τις / τα El Grumpos, The Sound Platform, The Vinyl Creatures, Toad, Warped κ.λπ., με όλα τα προσωπικά άλμπουμ του “Perseus War” (2023), “Ulysses Trash” (2022) και “Hairline Ego Trip” (2021) να έχουν παρουσιαστεί από το blog.
Η πιο νέα δουλειά του Dez Dare αποκαλείται “A Billion Goats. A Billion Sparks. Fin.” και περιλαμβάνει εννέα δίλεπτα-τρίλεπτα κομμάτια, συν ένα 9λεπτο κι ένα 5λεπτο.
Οι μικρές διάρκειες προσδιορίζουν κατά μίαν έννοια όχι μόνον τον ήχο τού Dez Dare, μα ακόμη και τις απαιτήσεις, που μπορεί να έχει κάποιος από μια πυρωμένη και σκληρή τραγουδοποιία, εκρηκτική σχεδόν, απολύτως «πάνκικη», αλλά και με garage-punk στοιχεία «πεταμένα» εδώ κι εκεί, η οποία, πολλές φορές, ανακαλεί στη μνήμη μας τους Stooges, και βεβαίως όλους τους επιγόνους (από Butthole Surfers, μέχρι Mudhoney).
Τον Dez Dare τον απασχολούν, εδώ, φιλοσοφικά ζητήματα – αν και δεν είναι πάντα εύκολη η αποκρυπτογράφησή τους. Εκείνο, όμως, που αποδεικνύεται, για ακόμη μία φορά είναι πως ο άνθρωπος αυτός ξέρει να γράφει κομματάρες, είτε αναφέρεται κανείς στα μικρής διάρκειας tracks (“Josephine says explode”, “Schrödinger’s Apocalypse”) είτε στο γιγαντιαίο “The elasticity of knowing”, που είναι από μόνο του θανατηφόρο, ξεσηκώνοντας τις αισθήσεις λίγο πριν από το τέλος.
Επαφή: www.dezdare.bandcamp.com, www.godunknownrecords.com
BUTTERFLY BULLDOZER: The Great Becoming of Captain Fuzz [Tempest of Noise, 2024]
Νέο, πανκοειδές γαλλικό συγκρότημα από την Νάντη, οι Butterfly Bulldozer αποτελούνται από τους Vincent Allix φωνή, Manu Lem κιθάρα, σίνθι, Aubin Pougnant κιθάρα, σίνθι, Tanguy Serand μπάσο και Corentin Bougerolle ντραμς.
The Great Becoming of Captain Fuzz” αποκαλείται η πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά τους – που πάντως έχει μικρή διάρκεια (τα πέντε tracks διαρκούν περί τα 26 λεπτά). Άρα λέμε για ένα μίνι-άλμπουμ, που σε κάθε περίπτωση μοιάζει ή και είναι ολοκληρωμένο.
Στα της «ολοκλήρωσης» βοηθάει, βασικά, το concept που διαπνέει αυτή την μικρή κατάθεση. Είναι φουτουριστικό το θέμα του “The Great Becoming...” αφορώντας σε μια μελλοντική γήινη κοινωνία ανθρωποειδών, που προσπαθούν να αποδράσουν από τον πλανήτη με το διαστημόπλοιό τους Butterfly Bulldozer. Για να γίνει εφικτή η απόδραση θα πρέπει να συνεργαστούν οι OB-1, Tank, Captain Fuzz, Professor Tricks και Rocket, που αποτελούν το πλήρωμα του σκάφους.
Τέλος πάντων όλα αυτά ωραία είναι, αλλά ακόμη πιο ωραία είναι η μουσική-τραγουδιστική πρόταση του γαλλικού γκρουπ, με αυτό το post-punk που προτείνει – εκεί όπου όλα τα όργανα (φωνές, κιθάρες, σύνθια και ρυθμικό τμήμα) συμμετέχουν εξ ίσου στην οικοδόμηση του concept (τουλάχιστον από μουσικής πλευράς).
Το “The Great Becoming of Captain Fuzz” μπορεί να βγάζει πάθος και ένταση, σαν άκουσμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως απουσιάζουν και οι πιο λυρικές στιγμές (“Rocket”), εκεί όπου μια απλωμένη μελωδία, ακριβώς στη μέση του δίσκου, κατορθώνει να ενώσει περίτεχνα τα σκληρότερα «πριν» και «μετά».
Επαφή: https://butterflybulldozer.bandcamp.com/album/the-great-becoming-of-captain-fuzz, www.tempestofnoise.com