Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

δεν ισχύει η διεύθυνση για promos

Επειδή το υπερταμείο κλείνει τα ΕΛΤΑ Καισαριανής (αύριο είναι η τελευταία μέρα λειτουργίας τους) η διεύθυνση στην οποία λαμβάνω πρόμο (στο post restante των ΕΛΤΑ Καισαριανής) παύει να ισχύει.
Θα παρακαλούσα δισκογραφικές εταιρείες, εκδοτικούς οίκους και μεμονωμένους τραγουδοποιούς και μουσικούς που στέλνουν πρόμο για τις σχετικές κριτικές να αναστείλουν τις αποστολές τους, μέχρι να δω τι θα γίνει.
Θέλω να πω πως δεν ξέρω αν θα μπορέσω να συνεχίσω τη δουλειά ή αν θα την διακόψω (γιατί παίζει και αυτό).
Προσωπικά δεν με εξυπηρετούν ούτε κούριερ, ούτε box-now, ούτε τίποτα απ’ όλα αυτά. Μόνο το poste restante των ΕΛΤΑ με εξυπηρετεί, επειδή παρέχεται δωρεάν για τον παραλήπτη και επειδή κρατάει τις αποστολές σας έως και 20 μέρες (και άρα μπορώ να ελέγχω τη ροή της δουλειάς και να την προγραμματίζω).
[Ευχαριστώ πολύ όλες και όλους για την έως τώρα συνεργασία]
[Για οτιδήποτε νεότερο θα υπάρξει από εδώ ενημέρωση]

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2025

THE BLACK CAT’S EYE σύγχρονο prog από την Φρανκφούρτη

Οι Black Cats Eye προέρχονται από την Φρανκφούρτη, σχηματίστηκαν το 2018, κάνοντας πολύ καλή εντύπωση με το ντεμπούτο τους “The Empty Space Between A Seamount and Shock-Headed Julia” [Tonzonen Records, 2023], που τους έφερε με φόρα στο σύγχρονο progressive προσκήνιο (δες και τη σχετική κριτική στο blog). Δύο χρόνια αργότερα το γερμανικό γκρουπ επανέρχεται στα πράγματα, με το νέο LP, CD και digital “Decrypting Dreams of Weird Animals and Strange Objects” [Tonzonen Records, 2025], ένα εξίσου συναρπαστικό ροκ άλμπουμ, το οποίο φέρουν εις πέρας οι Christian Blaser κιθάρες, πλήκτρα, Wolfgang Schönecker κιθάρες, Steffen Ahrens κιθάρες, Jens Cappel μπάσο, πλήκτρα, φωνή και Stefan Schulz-Anker ντραμς, κρουστά. Κατά βάση λέμε για μια μπάντα που παίζει instrumental rock, καθώς από τα έξι κομμάτια του δίσκου τους μόνον ένα διαθέτει φωνή.
Το άνοιγμα με το σκληρό δεκάλεπτο και φουριόζο progHell Bent For Sæther” (έτσι μπορεί να έπαιζαν σήμερα οι T2) δεν ξέρω αν πρέπει να παρασύρει. Το κομμάτι αν και πολύ καλό δεν είναι 100% χαρακτηριστικό του ήχου των Black Cats Eye, ο οποίος γρήγορα μεταπίπτει προς κάτι περισσότερο μετα-Barrett-ικό Floyd-ικό (“The wall of crystal keep”), για να κλείσει η πρώτη πλευρά με το επικό “Unicorn”, που στηρίζεται στην ωραία μελωδική γραμμή (την περασμένη στην κιθάρα), τα δυναμικά riffs και το τρανταχτό ρυθμικό τμήμα. Όμως και η δεύτερη πλευρά δεν φείδεται σκληρών proggy συγκινήσεων, με το “Sternenfels space gate” να ανοίγει τον χορό (θυμηθείτε τους Epitaph ας πούμε) και με το επίσης 10λεπτο “Everywhere I rest my head the ground is shifting” να κυριαρχεί, εκεί στο κέντρο προσφέροντας ένα hard-space παρανάλωμα.
Το Decrypting Dreams of Weird Animals and Strange Objects” των Black Cats Eye θα ολοκληρωθεί με το 6λεπτο “The magic balloon”, το μοναδικό κομμάτι του δίσκου, που διαθέτει φωνή και που επιβεβαιώνει, με εμφατικό τρόπο, την άνεση των Γερμανών να διερευνούν ευρεία κιθαριστικά progressive περιβάλλοντα.
Επαφή: www.theblackcatseye.com, www.tonzonen.de

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025

ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΜΠΕΤΑΣ 50 χρόνια από τα κατοχικά «Ντοκουμέντα» - πέντε σπάνιας δύναμης τραγούδια με θέμα την Κατοχή, που τα καταπλάκωσε η μεταπολίτευση

Το άλμπουμ «Ντοκουμέντα» [Olympic] από το 1975 είναι ένα από τα πιο άγνωστα και υποτιμημένα του λαϊκού βάρδου Γιώργο Ζαμπέτα (1925-1992), όμως την ιστορία θα πρέπει να την πιάσουμε από λίγο πιο πίσω – και όχι από το ’75.
Ο Ζαμπέτας σαν καλλιτέχνης-τραγουδοποιός ήταν παντός καιρού, τουλάχιστον μέχρι την πτώση της δικτατορίας και την έναρξη της μεταπολίτευσης – με τις επιτυχίες του να είναι πολλές και μεγάλες και στην αρχή του ’70, στο λαϊκό και ελαφρολαϊκό κύκλωμα που τότε βρισκόταν στις δόξες του. Μερικά από τα γνωστότερα τραγούδια του εκείνων των ετών ήταν τα «Αυτοί που φεύγουν κι αυτοί που μένουν» (1970) (στίχοι Αλέκος Καγιάντας) με τον Γιάννη Πουλόπουλο, «Ρωμιός αγάπησε Ρωμιά» (1971) (στίχοι Ξενοφών Φιλέρης) με τον Σταμάτη Κόκοτα, «Νύχτα ονειρομάνα» (1971) (στίχοι Φιλέρης) με τον Γιάννη Ντουνιά (πολλά χρόνια μετά θα το έλεγε και η Μαριάνθη Κεφάλα), «Αλήτη», «Το αδιέξοδο», «Το γράμμα και η φωτογραφία» (όλα από το 1971), όλα σε στίχους Καγιάντα, όλα με τη Βίκυ Μοσχολιού (συγκλονιστική τριάδα αυτή!), «Το θέμα είναι να την βρω» (1972) (στίχοι Φιλέρης) ξανά με τον Κόκοτα, «Η Μαρίνα η Σαλονικιά» (1973) (στίχοι Ζαμπέτας) ξανά με τον Πουλόπουλο, ενώ επίσης μεγάλη επιτυχία έκαναν και τα «Ο πενηντάρης» (1971) (στίχοι Ναπολέων Ελευθερίου), «Ο Τζακ» (1972) (στίχοι Θεοδόσης Άθας) και «Μάλιστα κύριε» (1973) (στίχοι Καγιάντας), τα οποία ερμηνεύονταν από τον ίδιο τον Ζαμπέτα, με το γνωστό θεατράλε στυλ του (που ήταν και αυθεντικό και μοναδικό).
Με τη μεταπολίτευση, όμως, πατιέται φρένο – κάποιοι το πατάνε τέλος πάντων. Ο Ζαμπέτας έχει συνδεθεί μ’ έναν τύπο διασκέδασης, που φέρνει άλλα στη μνήμη των ανθρώπων και ειδικότερα των νεοτέρων (λέμε για το νυχτερινό ξεφάντωμα επί δικτατορίας, με τους αξιωματούχους του καθεστώτος, τους εφοπλιστές, τους λεφτάδες, και με την αστική τάξη να «τα σπάει» δίχως αύριο), με αποτέλεσμα να μην του επιφυλαχθεί ένας ρόλος σαν εκείνον του Βασίλη Τσιτσάνη και της Σωτηρίας Μπέλλου, για παράδειγμα – τους οποίους ο Τάσος Φαληρέας είχε χρίσει, τότε, αντιπροσώπους του «ελληνικού
underground». Ο Ζαμπέτας ήταν πολύ... overground για τα γούστα των πρώην ροκάδων, που μεταμορφώνονταν σε τοποτηρητές του «χαμένου κέντρου», ενώ και ο ίδιος θα ένοιωθε ριγμένος, από το συνολικότερο κύκλωμα του τραγουδιού – κάτι που θα επιβεβαιωνόταν όταν θα κυκλοφορούσαν τα «Ντοκουμέντα» του, τον Μάρτιο του ’75, πενήντα χρόνια και κάτι μήνες πριν από τώρα. Όπως θα έλεγε και ο ίδιος (από το γνωστό βιβλίο της Ιωάννας Κλειάσιου «Γιώργος Ζαμπέτας Βίος & Πολιτεία / “και η βρόχα έπιπτε... στρέιτ θρου”», στις εκδόσεις ντέφι, το 1997):
«Άλλος στιχουργός που συνεργαστήκαμε πολύ ήταν κι ο Φώντας ο Φιλέρης. Ο Ξενοφώντας ο Φιλέρης ήτανε με τη Μάρθα Βούρτση και κάνανε παραγωγή ταινιών. Σε μια ταινία γνωρίστηκα έτσι με το Φιλέρη που είχε το σενάριο και στίχους. Κάναμε καλά τραγούδια με το Φώντα, κοινωνικά και πολιτικά στο είδος τους. Κάναμε τα “Ντοκουμέντα” το 1972-73, με τραγούδια πραγματικά ντοκουμέντα της Κατοχής. Αλλά ούτε η εταιρία τα προώθησε, ούτε κανείς έπιασε το νόημα. Όλοι τους ήτανε στο Θεοδωράκη. Μεταπολίτευση Θεοδωράκης. Αντιπολίτευση, οξωπολίτευση, παραπολίτευση, ξεπολίτευση, κάργα πολίτευση, να ο Θεοδωράκης πάλι! Ήτανε ο ειδικός στα πολιτικά αυτός, στα αντιστασιακά. Να ο Θεοδωράκης, να ο Θεοδωράκης, να η Μερκούρη, να ο Θεοδωράκης, να ’σου κι ο Νταλάρας, να ο Θεοδωράκης. Τελείωσε, αυτό ισχύει μόνο, εκεί τ’ αρχίσαμε, εκεί τ’ αφήσαμε. Ποιος θα κοιτάξει αν γράφεται τίποτα άλλο...».
Και λίγο πιο κάτω από το ίδιο βιβλίο:
«Κάνω αργότερα και τα “Ντοκουμέντα”, ένα δίσκο καταπληκτικό σε στίχους του Φιλέρη. Ένα δίσκο ντοκουμέντο για τη γερμανική Κατοχή. Αλλά δεν πήγε αυτός, δεν καταλάβανε το δίσκο οι άσχετοι στην εταιρία, να τον προωθήσουνε. Άλλα υποστηρίζανε».
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/giorgos-zampetas-50-hronia-apo-ta-katohika-ntokoymenta

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 679

27/10/2025
«Μάνα μου όλα περνούνε / και όλα γίνονται ξανά
όμως τούτη η θητεία / δε σταματάει πουθενά»

Ποπάυ, κλάση ’75

27/10/2025
Πάντως, κι εδώ που τα λέμε, ο Σαββόπουλος δεν έγραψε ούτε ένα τραγούδι για τους φιλελέδες.
Ακόμη και αυτά που λέει στους «Κωλοέλληνες» και στο «μητσοτάκ» τα έλεγαν όλοι τότε και πρώτα-πρώτα οι εκδότες, ο Τεγόπουλος, ο Λαμπράκης, ο Μπόμπολας κ.λπ., αυτοί που ρίξανε και τον Κοσκωτά δηλαδή (είχαν τους λόγους τους), και τους οποίους δεν θα μπορούσες με τίποτα να τους αποκαλέσεις απολογητές τους «μητσοτακισμού».
Αλλά και αργότερα στα ταραγμένα βαλκανικά 90s ο Σαββόπουλος με το «Πρεσθλάβες» και τις συναυλίες στο Βουκουρέστι, στη Σόφια κ.λπ. ήταν πολύ πιο κοντά στον ΚΚΕδικο εθνοπατριωτισμό (έχοντας αντι-νατοϊκές και αντι-αμερικανικές νύξεις στα τραγούδια του), παρά στους «σαμαρικούς» και πολύ περισσότερο στους φιλελέδες και σε κάτι περιτρίμματα της ανανεωτικής αριστεράς, που υποστήριζαν τους νατοϊκούς και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Και φυσικά στη φάση του «Τραπεζάκια Έξω» ο Σαββόπουλος της νέο-ορθοδοξίας έφτυνε την υποτέλεια στη Δύση και τον ανεξέλεγκτο ευρωπαϊσμό. Εξάλλου η νέο-ορθοδοξία ήταν κομμάτι του ιδεολογικού τοτέμ «μαρξισμός και ορθοδοξία», δεν είχε καμιά σχέση με τη Θάτσερ και το Ρήγκαν.
Πλάκα-πλάκα οι φιλελέδες αν εξαιρέσεις τη «Συννεφούλα», που την ακούγανε στα αποκριάτικα πάρτυ, στα ιδιωτικά νηπιαγωγεία που πηγαίνανε, δεν έχουν ουδεμία επαφή με το έργο του Σαββόπουλου – το οποίο βασικά δεν τους αφορά.
Σόρι μάγκες μου, αλλά έτσι είναι. Μόνον άσχετους μπορείτε να πείσετε μ’ αυτά που γράφετε.
---------------
update
και αυτό που ξεχάστηκε
>>«Και το ’79 είχα προβλήματα στο Σκορπιό (...) Αυτό το «δεν είμαι Πασόκα δεν είμαι ούτε ΚΚΕ». Η δε η άλλη άρρωστη, η Νέα Δημοκρατία, ενόμιζε ότι το τραγούδι την ευνοούσε, επειδή δεν αναφέρονταν»<<
[Στη Φλέσσα, 7 Ιουνίου 2013]

27/10/2025
 (...)Τη χειμερινή σεζόν 1969-70 ο Διονύσης Σαββόπουλος με τα Μπουρμπούλια του εμφανίζονται και πάλι στο Rodeo, το οποίο έχει αλλάξει δραστικά, μέσα από τη δουλειά του αρχιτέκτονα και ζωγράφου Ηλία Παπαγιαννόπουλου (1939-1998). Το υπόγειο κλαμπ της Πλατείας Βικτωρίας (σ.σ. η είσοδός του φαίνεται στη φωτογραφία) αρχίζει να αποκτά φήμη, από στόμα σε στόμα, καθώς στο πρόγραμμα παίρνουν μέρος οι τραγουδίστριες Μαρίζα Κωχ και Ρενάτα Καπερνάρου, μαζί με τον ταχυδακτυλουργό Μπαμπού, ενώ αργότερα, και πάντα στην ίδια σεζόν (πρώτοι μήνες του 1970), θα εμφανίζονταν εκεί η Δέσποινα Γλέζου, η Λήδα και κάποιοι Γουώρεν Δύο, όπως φαίνεται σε διαφήμιση της εποχής. (Όταν θα ρωτούσα τον Βαγγέλη Γερμανό, αν Γουώρεν Δύο αποκαλούνταν εκείνος και ο φίλος του Λευτέρης Καββαδάτος –ένα ντούο πριν από τους Διόσκουρους– θα μου απαντούσε πως ήταν κάποια στιγμή στο Rodeo οι δυο τους, αλλά αυτό το όνομα δεν του έλεγε τίποτα).(...)
Ένα απόσπασμα από το "Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (μία αντι-ανάγνωση)" [Όγδοο, 2025], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία.

26/10/2025
Συνεχίζουμε ακάθεκτοι...
Θεωρώ πως ο Κουτσούμπας είναι πιο πιθανό να τιμήσει τη Βανδή στη νέα μεγάλη λαϊκή συναυλία του κόμματος, παρά τον Σαββόπουλο.
Εγώ αν ήμουνα Κουτσούμπας θα έπιανα 20 σημερινούς καλλιτέχνες, θα τους χαρτζιλίκωνα βέβαια (το κόμμα έχει λεφτά) και θα τους έλεγα... θέλω 20 διασκευές του «Σχολίου». Θα κάνω μια συναυλία μόνο μ’ αυτό το κομμάτι και θέλω να το πούμε 20 φορές.
Σύντροφε γραμματέα, άμα δεν ανατριχιάζεις και σήμερα με τους στίχους «Ξέρω ανθρώπους σαν κι εσάς / που μου λεν “μην τα ρωτάς / γύρω στο ’48 πέρασα από ’κει κι εγώ / ήταν μέρες φοβερές η Μακρόνησο που λες”» καλύτερα ν’ αλλάξεις κόμμα. Πήγαινε, ξέρω ’γω, με τη Νέα Αριστερά...

26/10/2025
Υπάρχουν κάποιοι φίλοι (και... εχθροί), που μου λένε ότι κόλλησα με το Σαββόπουλο και πως πρέπει να πούμε και κάτι άλλο.
Το λένε αυτό σ’ εμένα –εντελώς απερίσκεπτα–, που έχω γράψει τα άντερά μου (από εκατό φορές) τα τελευταία 30 χρόνια, και όπως να το κάνεις μου προξενεί ένα μειδίαμα αυτό, αλλά ας είναι. Δεν τρέχει τίποτα. Είναι κριτική την οποία αποδέχομαι.
Εγώ θα συνεχίσω, πάντως, να γράφω για το Σαββόπουλο, όπως θα συνεχίσω να γράφω και για τον Χατζιδάκι, και για τον Θεοδωράκη, και για τον Ξαρχάκο κ.λπ. Εννοώ θα κάνω ποστ, κείμενα, και ό,τι άλλο μπορώ είτε με διάφορες αφορμές είτε και χωρίς αφορμές. Αν δεν μιλάμε σ’ αυτή τη χώρα για τα μεγέθη του μουσικού πολιτισμού μας, τότε για τι θα μιλάμε;
Γράφω συνεχώς για νέες δουλειές και για νέους δημιουργούς και θέλω να συνεχίσω να το κάνω (αν και προβλέπονται ζόρια στο πολύ άμεσο μέλλον, γιατί τα ΕΛΤΑ Καισαριανής, εκεί όπου λαμβάνω όλο το υλικό, απειλούνται με κλείσιμο από το υπερταμείο – και αν συμβεί αυτό τελικά δεν ξέρω τι θα κάνω), αλλά αυτές οι μέρες φίλοι μου είναι οι μέρες του Διονύση και για μένα δεν επιτρέπεται ουδεμία παράκαμψη.
Επίσης να πω πως εγώ δεν ετεροκαθορίζομαι σε σχέση με τον Σαββόπουλο (και σε σχέση με τίποτα δηλαδή). Δεν μ’ ενδιαφέρει, εννοώ, αν αυτό που λέω και γράφω μπορεί να αποτελεί ύλη για τους μητσοτακικούς, τους φιλελέδες ή ό,τι άλλο. Εγώ δεν είμαι πολιτικός, για να λαβαίνω τα μέτρα μου. Δεν είμαι σαν τον άλλον της «νέο-αριστεράς», που δεν πήγε στη μητρόπολη γιατί δεν ήθελε να είναι δίπλα στον Άδωνι και στον ΠΘ (έτσι είπε).
Εγώ πήγα στη μητρόπολη, ήμουνα απ’ έξω με τον κόσμο και παρακολούθησα την τελετή. Θα μπορούσε και ο άλλος της «νέο-αριστεράς» να είναι απ’ έξω ή και μέσα ακόμη –γιατί όχι;– και να παρακολουθήσει τη λειτουργία της κηδείας. Εκκλησία είναι. Εδώ είναι στον ίδιο χώρο (στη Βουλή) με όλους αυτούς, που λέει ότι δεν ήθελε να είναι δίπλα τους στην εκκλησία, και δεν έχει πρόβλημα. Και αν δεν ήθελε να είναι δίπλα στον Άδωνι, ας καθόταν κάπου αλλού. Δηλαδή βλέπετε τώρα τι γίνεται... εντελώς ασόβαροι άνθρωποι. Που θέλουν κάτι να πούνε, που θέλουν να μπαλώσουν τη μ@λακία που κάνανε και που λένε άλλες κι άλλες σαχλαμάρες.
Η αριστερά στην Ελλάδα είναι για τα πανηγύρια. Κι όλοι εμείς που θεωρούμε τον εαυτό μας αριστερό θα έχουμε τεράστιο πρόβλημα στις επόμενες εκλογές. Ποιον και για ποιο λόγο να τον ψηφίσουμε. Είναι χάλια όλοι ή περίπου όλοι (σπάνια ν΄ ακούσεις μια σοβαρή κουβέντα). Παρ’ τον έναν και χτύπα τον άλλον είναι άπαντες. Λυπάμαι που το λέω.

26/10/2025
 «Κωλοέλληνες»

26/10/2025
Τα Συριζόπανα (τα λέω έτσι γιατί ένας συριζαίος σχολιαστής μου έτσι υπογράφει) βρίζουν το Σαββόπουλο, που τέλος πάντων ό,τι κι αν έλεγε ήταν κουβέντες δικές του, απόψεις δικές του, οι οποίες, είτε συμφωνούσες είτε διαφωνούσες, δεν άλλαζαν τη ζωή σου. Πολίτης ήτανε, όχι παγαπόντης πολιτικός.
Αντιθέτως όλα αυτά τα πανιά αντί να βρίζουν τον Τσίπρα τον υμνούν και ετοιμάζονται να τον ξαναϋμνήσουν, επειδή μετέτρεψε το ΟΧΙ σε ναι, επειδή επέβαλε τρίτο δυσβάσταχτο μνημόνιο, αντί να το σκίσει με ένα άρθρο, επειδή διέλυσε τις συντάξεις και τα ασφαλιστικά ταμεία με τον νόμο Κατρούγκαλου, επειδή έφτιαξε το υπερταμείο (βγάζοντας στο σφυρί τη δημόσια περιουσία), επειδή παρέδωσε τη ΔΕΗ στους κερδοσκόπους (το άμεσο έγκλημα του αιώνα, που το νοιώθουμε κάθε μήνα στις τσέπες μας), επειδή ψήφισε την τραμπική-νατοϊκή συμφωνία των Πρεσπών (η όποια αξία της οποίας, αν υπάρχει τέτοια, φαίνεται και θα φανεί στο μέλλον) και επειδή άφησε «γεμάτα ταμεία», όχι για να αποκαταστήσει μέρος των αδικιών, που επέβαλε στο λαό, αλλά για να εξευμενίσει τους εγκληματίες δανειστές.
Τραβάτε ρε βάλτε τις κεφάλες σας κάτω από το κρύο νερό μπας και συνέλθετε...

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΝΔΗΛΑΣ για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ / Η ιστορία του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη»

 Πριν από λίγο καιρό (Φθινόπωρο 2025) κυκλοφόρησε ένα αρκετά ενδιαφέρον βιβλίο από τις Εκδόσεις στο Περιθώριο, το οποίο υπογράφει ο Κώστας Μανδηλάς. Το βιβλίο έχει τίτλο «Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ / Η ιστορία του περιοδικού “Ανοιχτή Πόλη”» και είναι γραμμένο από έναν άνθρωπο, που έζησε από τα μέσα τη διαδρομή τού συγκεκριμένου εντύπου. Ο Μανδηλάς, μαζί με τον αείμνηστο Βλάση Ρασσιά (1959-2019) και τους Δημήτρη Μουστάκη και Στέλιο Παπαθανασόπουλο ήταν εκείνοι που θα ξεκινούσαν την «Ανοιχτή Πόλη», τυπώνοντας ένα πρώτο τεύχος τον Οκτώβριο του 1980, δημιουργώντας από την αρχή εντύπωση (βασικά στο υποψιασμένο κοινό εκείνων των ετών).
Τι ακριβώς έντυπο ήταν η «Ανοιχτή Πόλη» το γνωρίζουν καλά όσοι έχουν πιάσει τα παλιά και ξεχασμένα τεύχη του στα χέρια τους (ξεχασμένα μεν, ζωντανεμένα εκ νέου δε – με αφορμή την παρούσα έκδοση), τα οποία θα κυκλοφορούσαν για δεκατρία χρόνια (αν και με ένα κενό ανάμεσα, από το καλοκαίρι του ’81 έως και τον Απρίλη του ’86), αριθμώντας, συνολικώς, 32 τεύχη (το τελευταίο ήταν το #32-33, από το καλοκαίρι του ’93).
«Υποψιασμένο κοινό» έγραψα πιο πάνω. Ναι, γιατί η «Ανοιχτή Πόλη» σε όλες τις φάσεις της επιχειρούσε να αρθρώσει (μέσα από πρωτότυπα κείμενα και μεταφράσεις) έναν λόγο εναλλακτικό, επηρεασμένη (ως έντυπο) κυρίως από τα υπόγεια / underground αμερικάνικα και ευρωπαϊκά ανάλογα περιοδικά (ακανόνιστης περιοδικότητας), που κυκλοφορούσαν ήδη από τα σίξτις και τα σέβεντις – και μια τέτοια θεματολογία θα μπορούσε να προσελκύσει μόνον όσους και όσες είχαν κάποια πιο ειδικά ενδιαφέροντα (όσους και όσες είχαν καλλιεργήσει μέσα τους ή και έξω τους την αμφισβήτηση). Για παράδειγμα τέτοιοι ήταν όσοι ψάχνονταν με το ροκ (και που το άκουγαν όχι μόνο για εκτόνωση), οι άλλοι που διάβαζαν beat ποίηση ή οι τρίτοι που είχαν ψυλλιαστεί τον ρόλο κάποιων πιο υπόγειων κοινωνικών κινημάτων, τα οποία μάλλον περιφρονούνταν από τη λεγόμενη «παραδοσιακή αριστερά» ή και από τους αριστεριστές ακόμη.
Θα πουν κάποιοι... και τα περιοδικά του Λεωνίδα Χρηστάκη (ο «Κούρος», το «Panderma», το «Ιδεοδρόμιο») δεν επιχειρούσαν το ίδιο; Βασικά το «Ιδεοδρόμιο», εδώ, θα μπορούσε να μας ενδιαφέρει, επειδή ήταν σύγχρονο της «Ανοιχτής Πόλης», όχι τα υπόλοιπα (που δρούσαν σε άλλες εποχές). Ναι, συνυπήρχαν η «Ανοιχτή Πόλη» με το «Ιδεοδρόμιο», αλλά σαν έντυπο, το πρώτο, ήταν πιο επικεντρωμένο στα θέματα που το ενδιέφεραν και κυρίως με πιο εμπεριστατωμένα κείμενα (και λόγο). Βασικά δούλευε πολύ καλύτερα το... μεταφραστικό τμήμα της «Ανοιχτής Πόλης», και βεβαίως οι διασυνδέσεις του, τις οποίες είχε ήδη αναπτύξει ο Ρασσιάς με τα σχετικά κέντρα του εξωτερικού, που βρίσκονταν πολύ πιο μπροστά από εμάς, στη θεματολογία και τη διαχείριση της εναλλακτικής πληροφορίας. Προσωπικά, πάντα μ’ ενδιέφερε η «Ανοιχτή Πόλη» περισσότερο από το «Ιδεοδρόμιο».
Ήταν ένα underground έντυπο η «Ανοιχτή Πόλη»; Εναλλακτικό θα το χαρακτήριζα. Και τέτοιος ήταν και ο ορισμός αυτού του τύπου των εντύπων εκείνη την εποχή. Εξάλλου και το Underground Press Syndicate (που είχε ιδρυθεί το 1966) θα μετονομαζόταν και αυτό σε Alternative Press Syndicate – μέλος του οποίου από το τεύχος #4 (καλοκαίρι ’81) θα γινόταν και η «Ανοιχτή Πόλη».
Η «Ανοιχτή Πόλη» δεν ήταν ένα τραχύ πολιτικό έντυπο, όπως ήταν πολλά αριστερά, ακροαριστερά ή και ελευθεριακά (ας μείνουμε σ’ αυτά) περιοδικά κι εφημερίδες εκείνων των ετών (των 80s ας πούμε). Η θεματολογία της ξεπερνούσε τα βασικά εγχώρια πολιτικά μοτίβα της εποχής, και απ’ αυτή την άποψη η «Ανοιχτή Πόλη» άνοιξε δρόμους και σηματοδότησε... περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ (όπως έλεγε και το μότο της). Και η αφήγηση του Μανδηλά, που αναπτύσσεται τεύχος με τεύχος, πληροφορεί αναλυτικά για το περιεχόμενο καθενός εξ αυτών.
Ενδεικτική θεματογραφία της Ανοιχτής Πόλης; Κέντρα εναλλακτικής κουλτούρας, Harold Norse, Abbie Hoffman-Yippies, Marshall McLuhan, βουδισμός-οικολογία-βιοτοπισμός, κοινωνική οικολογία, William S. Burroughs, underground comics, Phil Ochs, David Cooper, Paul Krassner, Gary Snyder, Henry Rollins, οι ειδωλολατρικές ρίζες του χριστιανισμού, Aleister Crowley, Genesis P-Orridge, χριστιανισμός και γυναίκα, σαμανισμός, Charles Bukowski, Hawkwind, ασιντικά όνειρα: η CIA το LSD και το απόκρυφο, Noam Chomsky: ολοκληρωτισμός και media και δεκάδες άλλα.
Ένα βασικό, που θίγεται και στο βιβλίο φυσικά με τον τρόπο του Μανδηλά, είναι αυτή η... μεταστροφή, που συμβαίνει με το πρώτο τεύχος της δεύτερης εποχής της «Ανοιχτής Πόλης», δηλαδή με το υπ’ αριθμόν #5 (από τον Απρίλιο του ’86), που έχει να κάνει με τη σύνδεση της εναλλακτικής κουλτούρας (κάποιας κατεύθυνσής της τέλος πάντων) με τον νεοπαγανισμό – την μαγική, σαμανική, ελευθεριακή και οικολογική παράδοση. Σημειώνεται, δηλαδή, μία στροφή στα ενδιαφέροντα του περιοδικού, που υπήρξε καθοριστική σε όλο το επόμενο διάστημα. Ένα τέτοιο οριακό κείμενο (γραμμένο από τον Ρασσιά) είναι εκείνο του 5ου τεύχους, που τιτλοφορείται «Επιστροφή των Μαγισσών» και στο οποίο διαβάζουμε:
«Για τους φανατικούς καλόγερους των διαφόρων ταγμάτων του Κρατιστικού Χριστιανισμού που υποφέρανε από την πλήρη στέρηση του ερωτισμού (κάτω από τον παρανοϊκό και αφύσικο νόμο περί αγαμίας των κληρικών και του αναθεματισμού της αυτοϊκανοποίησης), η γυναικεία ύπαρξη έπρεπε να τσακιστεί κάτω από τη βία των βασανιστηρίων και της πυράς, γιατί σ’ έναν καιρό καθολικής υποταγής, σε ένα απάνθρωπο θεοκρατικό σύστημα, τολμούσε να εκπροσωπεί ακόμα την διεκδίκηση της αυτονομίας, της εκτροπής και της παραβίασης όλων των εξουσιαστικών απαγορεύσεων. (Ομαδικές πράξεις αυτοϊκανοποίησης και λεσβιακός ερωτισμός στις μυστικές συνάξεις των “μαγισσών”)».
Βεβαίως, ο Μανδηλάς, εδώ στο βιβλίο του, μας πληροφορεί από νωρίς, από τις πρώτες σελίδες του εννοώ, για μια τάση που εκδηλωνόταν και σ’ εκείνον, από την αρχή των 80s ακόμη, σε σχέση με μια πιο φυσιοκρατική αντίληψη της κοινωνικής πραγματικότητας, επηρεασμένος από κάποια διαβάσματά του. Τούτο συμβαίνει όταν ανακαλύπτει το παλαιό-παλαιό (από το τέλος του 19ου αιώνα) περιοδικό «Άρδην» του Πλάτωνος Δρακούλη (1858-1942;), ενός πρωτοπόρου σοσιαλιστή, αλλά με παράξενες, στην πορεία, απόψεις, επηρεασμένες βασικά από τους αγγλικούς αριστοκρατικούς κύκλους, που συνδύαζαν προοδευτικό λόγο, με τη μελέτη της θεοσοφίας, του αποκρυφισμού, μαζί με χορτοφαγία, επαφή με τη φύση και άλλες διάφορες εξεζητημένες, για την εποχή, αναζητήσεις. Κάτω απ’ αυτό το σκεπτικό εμφανίζονται στην «Ανοιχτή Πόλη» τα πρώτα κείμενα για τους προχριστιανικούς πολιτισμούς και κυρίως για την Αρχαία Ελλάδα. Όπως γράφει και ο Μανδηλάς:
«Οι προχριστιανικοί πολιτισμοί προσέφεραν ό,τι εμείς ζητούσαμε: ένα δυνατό άλλοθι στην περίφημη εναλλακτικότητά μας. Χρόνο με το χρόνο ψηλαφώντας τα αρχαία κείμενα, αλλά και τα τελετουργικά προχριστιανικών πολιτισμών, βρίσκαμε τα στοιχεία εκείνα που μας έδειχναν έναν άλλο κόσμο, εντελώς διαφορετικό απ’ αυτόν που ζούσαμε και είχαμε μεγαλώσει. Τα στοιχεία αυτά ανιχνεύονται από τα πρώτα τεύχη του περιοδικού και κορυφώνονται στο τεύχος 10 (σ.σ. άνοιξη του ’87) με την περίφημη συνέντευξη από μια μαθητευόμενη μάγισσα.(…) Όλα αυτά ταίριαζαν απόλυτα με τον ριζοσπαστικό νεορομαντισμό των yippie και zippie, που συνεχώς και διαρκώς παρουσιάζαμε. Στα εναλλακτικά κοινόβια και στις διάφορες αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες βρίσκαμε πολλά κοινά στοιχεία με τις αρχές και τις αξίες εκείνων των εγκαταλελειμμένων, αλλά και διωγμένων κόσμων».
Οι κίνδυνοι πάντως καιροφυλακτούσαν. Ο Μανδηλάς στο βιβλίο δεν μιλάει γι’ αυτούς (μάλλον γιατί ξεφεύγουν των ορίων της «Ανοιχτής Πόλης»), αλλά εγώ είχα γράψει κάτι σχετικό στο κείμενο που είχε ανεβεί για τον αείμνηστο Βλάση Ρασσιά, το 2019, στο LiFO.gr. Και αναφέρομαι βασικά στον «Ιό» της «Ελευθεροτυπίας» (περιοδικό «Ε»), δηλαδή τους Τάσο Κωστόπουλο, Δημήτρη Τρίμη, Αγγελική Ψαρρά και Δημήτρη Ψαρρά, οι οποίοι σε μια έρευνά τους υπό τον τίτλο «Οι Αρχαιολάτρες Πολιτεύονται» (7 Φεβρουαρίου 1999) είχαν εμφανίσει τον Βλάση Ρασσιά, και άλλους, ως... συνομιλητές του επίσης αρχαιολάτρη δικηγόρου Κώστα Πλεύρη, γνωστού ακροδεξιού πολιτευτή και προπαγανδιστή φασιστικών και ναζιστικών απόψεων, στο διήμερο Συμπόσιο, στο Πολεμικό Μουσείο, υπό τον τίτλο «Η Αρχαιοελληνική Παράδοση στην Τρίτη Χιλιετία» (23-24 Ιανουαρίου 1999). Θα ακολουθούσε μήνυση του Ρασσιά και του συγγραφέα Μάριου Βερέττα κατά της Ελευθεροτυπίας. Όπως διαβάζουμε από το σάιτ του Ρασσιά:
«Ενώ με το 113068 / 99 κλητήριο θέσπισμα οι “Ιοί” παραπέμφθηκαν κανονικά να δικαστούν ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, στις 2 Σεπτεμβρίου 1999, για συκοφαντική δυσφήμιση κατά συναυτουργία, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση δια του Τύπου, έπειτα από προσφυγές τους εξεδόθη στα μέσα του καλοκαιριού το αθωωτικό Βούλευμα 3607 / 2. 7. 1999 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών».
Ο «Ιός» αθωώνεται εν ολίγοις, ενώ παράλληλα στο Βούλευμα υπάρχει και «κάτι» για τους Ρασσιά και Βερέττα, που τους δικαιώνει και αυτούς, αναφορικά με τη συσχέτιση που επιχειρήθηκε με τον ακροδεξιό χώρο. Δηλαδή:
«…στο Συμπόσιο μίλησαν και οι εγκαλούντες που είναι εκδότες-συγγραφείς που ασχολούνται ως ερευνητές με την αρχαιοελληνική παράδοση. Είναι γνωστοί στον χώρο των πνευματικών ανθρώπων ως άτομα με δημοκρατικό ήθος και αντι-ολοκληρωτικές ιδεολογίες. Στο Συμπόσιο εγκωμίασαν την άμεση δημοκρατία και διαχώρισαν την θέση τους από τον φασισμό και τον ναζισμό…».
Υπήρχαν λοιπόν αυτοί οι κίνδυνοι, οι οποίοι στη δεκαετία του ’80 (βασική δεκαετία της έκδοσης της «Ανοιχτής Πόλης») ήταν ακόμη κάπως εν υπνώσει.
Το βιβλίο του Κώστα Μανδηλά «Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ / Η ιστορία του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη» είναι ένα πολύ ενδιαφέρον «ημερολόγιο», της εκδοτικής διαδρομής της «Ανοιχτής Πόλης», το ξαναγράφω, με πολλά επιμέρους γεγονότα και πολλές επιμέρους καταγραφές συμβάντων, που δίνει με καθαρές γραμμές την ιστορία αυτού του εντύπου – ίσως του πιο σημαντικού εναλλακτικού περιοδικού, που θα κυκλοφορούσε ποτέ στην Ελλάδα.
Επαφή: ekdstoper@gmail.com, www.facebook.com/EkdoseisStoPerithorio

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 678

25/10/2025 
Ο επικήδειος του Ιωαννίδη (πέρα από τα προσωπικά) ήταν ο πιο επί της ουσίας πολιτικός απ’ όλους όσους ακούστηκαν στην τελετή. Το «Ελλάδα, οικόπεδο και αποικία» που ξεστόμισε, έχοντας από κάτω ΠΘ και κυβέρνηση, ήταν όλα τα λεφτά.
Η απουσία της αριστεράς από την τελετή, ή ό,τι τέλος πάντων νοείται ως αριστερά στη χώρα αυτή τη στιγμή, ήταν αχαρακτήριστη.
Δεν θα χαρίσουμε τον Σαββόπουλο στη «μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη». Μέχρι τη «Ρεζέρβα», για να μην πω μέχρι και τα «Τραπεζάκια Έξω» ο Σαββόπουλος ήταν κομμάτι της αριστεράς. Ενταγμένης ή ανένταχτης. Τα θρυλικά άλμπουμ του τα έβγαλε όταν οι ιδέες του συνέπλεαν με το προοδευτικό κομμάτι της κοινωνίας και όχι με τη συντήρηση. Το «Χαιρετώ με τη γροθιά» το είπε το ’76, και το ’79 τραγουδούσε «Για τον σοσιαλισμό»... 
Και αυτό στα ΝΕΑ, που βλέπετε από πάνω, το είπε το ’81, λίγο πριν από την Αλλαγή. Και αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι μια Ευρώπη κοντή και πολεμοχαρή, που θέλει να μας οδηγήσει στον όλεθρο – και μια Ελλάδα, που τρέχει από πίσω της σα σκυλάκι, χωρίς δικό της λόγο, χωρίς δικό της αφήγημα.
[ο Σαββόπουλος για μένα είναι πάντα επίκαιρος, ως ανένταχτος αριστερός, γιατί έχει πει πράγματα που τα πιστεύω και σήμερα – και αυτά μ’ ενδιαφέρουν]

25/10/2025 
Αυτή τη γαλλική συλλογή (2LP) την είχα βρει παλιά στο Μοναστηράκι, τζάμπα προφανώς, επί κατοστάρικων ακόμη, και την είχα πάρει γιατί είχε μέσα φοβερά κομμάτια. Δεν ήμουν ποτέ φαν των συλλογών, αλλά έχω κάμποσες τελικά, που όλες έχουν, όμως, ένα νόημα. Και το νόημα εδώ πέρα είναι πως οι Γάλλοι ανθολογούν Σαββόπουλο (το top of the top "Ο παλιάτσος κι ο ληστής" από τον "Μπάλλο"), μαζί με τραγούδια των Simon Finn, Bill Fay, Jorge Ben, CAN, Yuya Uchida & The Flowers, Funkees (από τη Νιγηρία), United States of America και άλλα πολλά "τρελά" απ' όλο τον κόσμο!! 
Δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερη παγκόσμια παρέα για το Σαββόπουλο (το όνομά του είναι εκεί όπου δείχνω με το άσπρο βέλος), σ' ένα άλμπουμ που αμφιβάλλω αν το έχει πάρει ποτέ κανείς χαμπάρι (απ' αυτούς που μας διαβάζουνε εδώ πέρα εννοώ). Το λέω, γιατί δεν υπάρχει στο discogs...

25/10/2025
Δεν είμαι σίγουρος αν ο Σώτος Παναγόπουλος είχε περάσει από τη Μακρόνησο στο τέλος της δεκαετίας του '40, όπως είχε περάσει η Βέμπο, προκειμένου να ψυχαγωγήσει τους στρατιώτες και τους εξόριστους, που αναμορφώνονταν στον νέο-Παρθενώνα, όμως η επιλογή τού Σαββόπουλου να τον φέρει στο Χάππυ Νταίη, το '76, υπήρξε πρώτης τάξεως. Όπως πρώτης τάξεως, δηλαδή φοβερή, ήταν και η μελοποίησή του στο "Ήρθ' ο καιρός" του Ορέστη Λάσκου από «Το φιλμ της ζωής» [εκδ. των Χρονικών, Αθήνα 1934].
Μέσα σ' όλα μας έμαθε και τον ποιητή Λάσκο ο Σαββόπουλος, γιατί εμείς για χρόνια τον ξέραμε μόνον ως σκηνοθέτη. Θα του το χρωστάμε κι αυτό...

23/10/2025
>>Έχει νόημα, επίσης, και μια άλλα αφήγηση του Σαββόπουλου, σε σχέση πάντα με το θέμα μας, αρκετά μεταγενέστερη, από το 2009 (και πάλι από το LiFO. gr):
«Ο Καπετάν Γκίνης, που ισχυριζόταν ότι είναι ο συνθέτης του τραγουδιού [σ.σ. για το Ντιρλαντά ο λόγος], κουβάλησε όλο το νησί στο δικαστήριο σε μιαν άλλη φάση, ως μάρτυρες, που λέγανε “ήμουν εκεί όταν το έγραφε” και τα λοιπά. Το επιχείρημά όσων με υποστήριζαν ήταν ότι δεν γίνεται ένας άνθρωπος να γράψει ένα τραγούδι μόνο, και μάλιστα ένα τέτοιο τραγούδι. Πού είναι τα άλλα; Δεν υπήρχαν άλλα τραγούδια. Όμως το δικαστήριο δεν το δέχτηκε αυτό το επιχείρημα. Λένε τώρα, αρβύλα, ότι μεσολάβησε ο Παττακός, αλλά δεν ξέρω να σας πω αν αυτά είναι αλήθεια».
Το όνομα του Στυλιανού Παττακού («αντιπροέδρου» της κυβέρνησης των πραξικοπηματιών), που αναφέρει ο Σαββόπουλος, «κολλάει» με το εξής. Επειδή το «Ντιρλαντά», που χάλαγε κόσμο και στο εξωτερικό, ως δημώδες δεν είχε πνευματικά δικαιώματα, θα αποκτούσε τέτοια και άρα θα υπήρχαν έσοδα φόρων από εισαγωγή συναλλάγματος, αν τα δικαιώματα κατέληγαν σε κάποιο πρόσωπο στην Ελλάδα. Και ότι τέλος πάντων ο Παττακός είχε παρέμβει στο θέμα, ώστε να πάρει αυτήν ακριβώς την τροπή. Συνέβη όντως; Κανείς δεν ξέρει. Εξάλλου και ο Σαββόπουλος γράφει περί «αρβύλας».<<

Ένα απόσπασμα από το υποκεφάλαιο "σαββόπουλος, σαμίου, ντιρλαντά και παράδοση" (σελ.451-460), που υπάρχει στο πιο πρόσφατο βιβλίο μου "Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (μία αντι-ανάγνωση") [Όγδοο, 2025], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία.

ΝΤΙΡΛΑΝΤΑ

Την play-list με τα 25 τραγούδια του Σαββόπουλου, που ανέβηκε το πρωί στο Spotify, μέσω του LiFO. gr, την έφτιαξα σε χρόνο dt. Χωρίς καν ν’ ακούσω τα κομμάτια. Απλώς σκέφτηκα λίγο σε σχέση με την θέση τους, το να κολλήσω ποια με ποιο κτλ. Ήθελα η λίστα να είχε μια συγκεκριμένη ροή, πηγαίνοντάς σε από το ένα θέμα στο άλλο. Γιατί στη λίστα υπάρχουν θέματα, υπάρχουν sections. Τέλος πάντων, ελπίζω όσοι την άκουσαν να την απόλαυσαν – και ιδίως οι νεότεροι, που δεν είναι εξοικειωμένοι με αυτές τις καταστάσεις και που θα αντιλήφθηκαν, ελπίζω, τι εστί Σαββόπουλος.
Λοιπόν, τη λίστα την άκουσα μία φορά, μετά, όταν ανέβηκε στο Spotify από το LiFO, για να δω τέλος πάντων τι ακριβώς έφτιαξα. Άκουσα και τα 25 τραγούδια ένα-ένα, αλλά όταν έφθασα στο υπ’ αριθμόν 11... ανατρίχιασα. Δεν μου συνέβη με κανένα άλλο τραγούδι της λίστας. Παρότι με 2-3 πολυαγαπημένα, που τα έχω συνδέσει με συγκεκριμένες καταστάσεις, αν τα έβαζα κι αυτά μέσα, πιθανώς να συνέβαινε το ίδιο. Τέλος πάντων με το Ντιρλαντά, παρότι άκουγα τη λίστα έτσι κάπως επαγγελματικά να πούμε, μου σηκώθηκε η τρίχα.
Τι αριστουργηματική εκτέλεση είν’ αυτή; Τι διονυσιακή γιορτή έστησε μέσα σε 2-3 λεπτά ο Σαββόπουλος; Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αυτό το τραγούδι ακούστηκε σε κάθε μεριά του κόσμου το 1970-71. Ακόμη και ο Ιάπωνας ακόμη και ο Βραζιλιάνος θα έμειναν με ανοιχτό το στόμα.
Το άδικα υποτιμημένο Ντιρλαντά (ήταν κι αυτός ένας από τους λόγους που το έβαλα στη λίστα) είναι ένα από τα πρώτα τραγούδια που θυμάμαι από την πολύ παιδική μου ηλικία. Το θυμάμαι δηλαδή από τότε που βγήκε, γιατί ακουγόταν παντού. Και όταν λέω παντού... παντού. Ήταν σίγουρα το πρώτο τραγούδι του Σαββόπουλου που θα έφθανε ποτέ στ’ αυτιά μου. Λέω «του Σαββόπουλου», γιατί μόνο ο Σαββόπουλος αναδημιούργησε το τραγούδι κάνοντάς το κάτι ξεχωριστό, επεμβαίνοντας φυσικά και στα μουσικά μέρη και στο στίχο. Με λεπτές επεμβάσεις όμως, που να μην αλλοιώνουν την αρχική νησιώτικη πηγή.
Το Ντιρλαντά, για το οποίο έχω γράψει πολλά και στο πρόσφατο βιβλίο μου, είναι ένα τραγούδι της εργατιάς (να το πω έτσι), της ναυτικής εργατιάς. Οι στίχοι του έχουν πολυθεματικό χαρακτήρα, με τις αντιφωνίες να του δίνουν αυτόν τον σχεδόν εξεγερτικό αέρα. Η ενορχήστρωση του Κοντογιώργου στον δίσκο και βεβαίως οι παρεμβάσεις του Σαββόπουλου υπήρξαν καταλυτικές.
Δεν ξέρω, για παράδειγμα, πόσοι έχουν προσέξει το δίστιχο «Ω ντιρλαντά θα δέσω κόμπο / βρε στο λαιμό τους των αρχόντω». Αυτό είναι σαββοπουλικό, γιατί το αρχικό του καπετάνιου έλεγε «Ω ντιρλαντά κι ήρτεν ο κόμπος / βρε στο λαιμό τως των αρχόντω».
Δηλαδή είναι άλλο το ήρθε ο κόμπος στο λαιμό των αρχόντων (σαν να πνίγηκαν μόνοι τους, ενώ κάτι έτρωγαν ας πούμε) και είναι άλλο το... θα πάω ΕΓΩ να δέσω κόμπο στο λαιμό τον αρχόντων. Και γιατί θα τους δέσω τον κόμπο; Όχι για να τους φτιάξω τη γραβάτα προφανώς, αλλά για να τους... καρυδώσω (για... όσα καλά έχουν κάνει στον κόσμο). Αν «η βία είναι η μαμή κάθε παλιάς κοινωνίας, όταν αυτή εγκυμονεί τη νέα» (όπως έλεγε ο Μαρξ), ο Σαββόπουλος έχει απέναντί του ένα αντιδημοκρατικό καθεστώς, που αντιπροσωπεύει την παλιά κοινωνία, που τον έχει φυλακίσει, που τον έχει βασανίσει, που έχει βάλει χαφιέδες να τον παρακολουθούν στενά και να τον αναστατώνουν και μέσω αυτής της καταπληκτικής διασκευής τούς στέλνει ένα... δωράκι. (Όταν η Μαρινέλλα θα το έκανε επίσης επιτυχία το Ντιρλαντά, λίγο αργότερα, θα το έλεγε με τα λόγια του καπετάνιου, όχι με τα λόγια του Σαββόπουλου – και ακόμη κι αυτό για μένα δείχνει κάτι).
Αν ήμουνα 17-18 χρονώ το 1970 δεν θα ήθελα να ήμουνα χίπις, γιατί οι έλληνες χίπιδες ήταν κάτι το ξεφτιλέ τότε (δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να αναπτυχθεί original hippy κίνημα στην Ελλάδα των σίξτις, όχι λόγω χούντας φυσικά, αλλά λόγω της φτώχειας και της ανέχειας της μεταπολεμικής ελληνικής κοινωνίας, για την οποία η επίπλαστη ευμάρεια και η κατανάλωση ήταν κάτι το άγνωστο μετά από τον πόλεμο, ώστε να έδινε κάποια τροφή στην αποτίναξή τους, στην αναζήτηση δηλαδή μιας πιο ανθρώπινης ζωής, κοντά στη φύση κτλ, όπως συνέβη στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ), αλλά... ντιρλαντάς, σαν τον Παράβα ας πούμε, πολύ θα ήθελα να ήμουν. Γιατί ο Παράβας ήταν από τους ελάχιστους που είχε αντισταθεί με τα θεατρικά του νούμερα, τότε, στο καθεστώς, πληρώνοντάς το με κυνήγι, με κόψιμο σκετς και με εξορία στη Γυάρο, όταν αυτή θα ξανάνοιγε από τον Ιωαννίδη.

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025

GROUND CINNAMON BAND Ολλανδοί αλλά με ήχο... Δυτική Ακτή late 60s

Οι Ground Cinnamon Band είναι Ολλανδοί και είναι τρειςδύο άντρες, οι Erik Bus (κιθάρες, φωνή) και Jan Kappé (μπάσο, κιθάρες, φωνή) και μία γυναίκα, η Carlijn Bus (φωνή). Ο Eric και ο Jan ήταν μέλη των πιο ψυχεδελικών Small Breed, που άφησαν δύο ωραίους δίσκους στο διάστημα 2018-2021, ενώ τώρα δεν συνεργάζονται μόνο με την Carlijn, αλλά και με τέσσερις ακόμη μουσικούς που χειρίζονται pedal steel κιθάρα, ντραμς, πλήκτρα, φυσαρμόνικα, φλάουτο και βιμπράφωνο, πλουτίζοντας ακόμη περισσότερο τον ήχο τους.
Βασικά εδώ συζητάμε για το ντεμπούτο
mini-LP των Ground Cinnamon Band με τίτλο το όνομά τους [Sound Effect Records, 2025], που περιέχει πέντε τραγούδια (δύο στην Side A και τρία στην Side B) και το οποίο γυρίζει στις 45 στροφές.
Το συγκρότημα θυμίζει με αυτά που παρουσιάζει και με τον τρόπο που τα παρουσιάζει... Δυτική Ακτή των late sixties. Βασικά τα pop και folk-rock συγκροτήματα, με τις ψυχεδελικές πάντα άκρες, που άκμαζαν στο L.A. – για παράδειγμα τους Buffalo Springfield, τους The Mamas & The Papas, ακόμη και τους Byrds του “Sweetheart of the Rodeo” (1968) θα προσέθετα, όταν ακούς τις pedal steel, και βεβαίως άλλα ανάλογα ή περίπου ανάλογα της ίδιας εποχής και περιοχής.
Δεν είναι εύκολο αυτό που επιχειρούν, σήμερα, οι Ground Cinnamon Band. Θέλει κότσια, για να μπορέσεις να γράψεις τραγούδια με ωραίες φωνητικές αρμονίες, δυνατές μελωδίες, ψαγμένες ποπ ενορχηστρώσεις και βεβαίως με το πνεύμα της ουσίας και της απλότητας της κλασικής εποχής. Τα πέντε τραγούδια τους είναι σίγουρα συμπαθητικά, ή και κάτι παραπάνω, ενώ αν μιλάμε για το “Seasons come and go”, που ανοίγει την δεύτερη πλευρά, τότε θα γράφαμε πως οι Ολλανδοί αξίζει να το χαίρονται διπλά και τριπλά, γιατί αυτό το κομμάτι τους είναι καταπληκτικό, εφάμιλλο σχεδόν με τα αριστουργήματα του χθες, που κι εκείνοι θαυμάζουν.
Πολύ καλό είναι και το “Go for a long stroll”, με όλα τα tracks, και τα πέντε, να συνθέτουν κάτι διαφορετικό, που δεν έχεις την ευκαιρία να το ακούς, συχνά, στις μέρες μας. Και αυτό, από μόνο του, δεν μπορεί παρά να κάνει τους Ground Cinnamon Band ξεχωριστούς.
Επαφή: https://www.soundeffect-records.gr/ground-cinnamon-band-2

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ 25 τραγούδια, που έγραψαν ιστορία – επιλεγμένα απ’ όλους σχεδόν τους δίσκους του, από το 1966 έως το 1999

Ο Διονύσης Σαββόπουλος μπορεί να διένυσε επτά καλλιτεχνικές δεκαετίες στην 81χρονη ζωή του, αλλά τα τραγούδια που άφησε πίσω του δεν είναι πολλά – είναι γύρω στα 150. Δεν θεωρείται μεγάλο αυτό το νούμερο και μάλλον θα τον χαρακτήριζες ολιγογράφο, αφού ακόμη και στα χρόνια της μεγάλης τραγουδοποιητικής ακμής του δεν έβγαζε δίσκο κάθε χρόνο – απεναντίας υπήρχαν κενά διαστήματα ανάμεσα στους δίσκους του, με καινούρια τραγούδια, που μπορεί να έφθαναν έως και την εξαετία.
Αυτό κάτι σημαίνει. Ότι τα τραγούδια τα πάλευε πολύ, πως ο σχηματισμός τους δεν ήταν εύκολος, απαιτώντας πολύ ειδικές συνθήκες, ώστε να ολοκληρωθούν. Κάτω απ’ αυτό το σκηνικό, όμως, τα τραγούδια του Σαββόπουλου διαθέτουν κι ένα άλλο γνώρισμα, που δεν το βρίσκεις, στο ίδιο πλάτος και ύψος, σε άλλους τραγουδοποιούς της γενιάς του (ή και των επόμενων γενιών). Είναι αυτό της προσωπικής σφραγίδας του σε κάθε διάστασή τους. Στίχοι, συνθέσεις, ερμηνείες, και βεβαίως ο ήχος τους, που μπορεί ναι μεν να οφειλόταν στους μουσικούς, με τους οποίους κάθε φορά συνεργαζόταν, αλλά, σε κάθε περίπτωση, ήταν κι εκείνος δικός του.
Τα τραγούδια του Σαββόπουλου περιγράφουν όψεις της κοινωνικοπολιτικής ιστορίας της χώρας, από το ξεκίνημά του, μέχρι το τέλος. Υπάρχουν ανάμεσα και οι πιο προσωπικές στιγμές, τα πιο ερωτικά τραγούδια του ας πούμε, αλλά αυτά, σε κάθε δίσκο, είναι πάντα τα λιγότερα. Στα περισσότερα ακούς να περιγράφονται καταστάσεις ευρύτερες, που αφορούν κι εσένα. Το «Κι αν βγω απ’ αυτή τη φυλακή / κανείς δε θα με περιμένει» μπορεί να είναι ένας στίχος προσωπικός, αλλά αφορά τους πάντες. Γιατί φυλακές δεν βρίσκονται μόνο πίσω από τα σίδερα, πολλές φορές είναι και μπροστά απ’ αυτά...
Τώρα, οι αισθητικές αναζητήσεις, σε κάθε περίπτωση, έπονται – καθώς αυτές μετατοπίζονται αναλόγως των απαιτήσεων της κάθε εποχής. Στην αρχή είναι acoustic folk (στο Νέο Κύμα τον κατέτασσαν τότε, αλλά ο Σαββόπουλος δεν είχε καμία σχέση με τα τραγούδια του Γιάννη Σπανού ή του Λίνου Κόκοτου), μετά γίνονται ροκ, ενώ ανακατεύονται και με την παράδοση, μετά χαμηλώνουν οι τόνοι και προσεγγίζονται πιο έντεχνες όψεις, μετά ζωηρεύουν και πάλι κ.λπ. Εκείνο, όμως, που μένει ακλόνητο, είναι η πρώτη ύλη και η επεξεργασία της. Η μουσική και ο στίχος, που πάντα θα αποτελούν την πιο βαθιά και καίρια έκφραση.
Στα 25 τραγούδια που ακολουθούν ανιχνεύονται αυτές ακριβώς οι όψεις της μεγάλης καλλιτεχνικής προσφοράς του Διονύση Σαββόπουλου...
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/dionysis-sabbopoylos-25-tragoydia-poy-egrapsan-istoria

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2025

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ 100 χρόνια: «Πολύτροπον», ένα πείραμα από το 1973-74 – η εποχή, οι συνεντεύξεις του Χατζιδάκι, ο προσανατολισμός του κόσμου και η Αρλέτα

Το τέλος του 1973 υπήρξε μια πολύ ιδιαίτερη περίοδος για την ελληνική κοινωνία (και πλέον για την Ιστορία). Υπάρχει πάντα δικτατορία στη χώρα, ενώ έχουμε τη δοτή «πολιτική» κυβέρνηση Μαρκεζίνη, τον ξεσηκωμό των Μεγαρέων για την γνωστή υπόθεση Ανδρεάδη (που θα γινόταν και ταινία-ντοκιμαντέρ από τους Σάκη Μανιάτη και Γιώργο Τσεμπερόπουλο), την εξέγερση στο Πολυτεχνείο και το νέο πραξικόπημα Ιωαννίδη (όλα αυτά μέσα σε ενάμισι μήνα). Επρόκειτο για μεγάλα γεγονότα, που θα έριχναν τη σκιά τους σε κάθε διάσταση της καθημερινότητας και φυσικά στην Τέχνη. Στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στα εικαστικά, στο τραγούδι... παντού. Τίποτα δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο (από τα εν λόγω γεγονότα) και τίποτα δεν θα μπορούσε να προβλεφθεί στην πορεία, καθώς το μέλλον διαγραφόταν σκοτεινό και αβέβαιο.
Τούτο, φυσικά, δεν σημαίνει πως η ζωή δεν συνεχιζόταν, κατά τους συνήθεις ρυθμούς της, για την πλειονότητα του κόσμου. Θέατρα, κινηματογράφοι, μπουάτ, κλαμπ, ντισκοτέκ, νυχτερινά κέντρα κ.λπ. έκαναν τη δουλειά τους –αυτή που κάνουν πάντα, και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες– είτε επιχειρώντας να αρθρώσουν έναν λόγο πολιτικό, μέσα στο πλαίσιο ανοχής της περιόδου, είτε να προτείνουν μια πιο απτή ψυχαγωγία και διασκέδαση, αγνοώντας την περιρρέουσα κατάσταση. Κανείς, βεβαίως, δεν μπορεί να λησμονήσει πως ένα μικρό κομμάτι του πληθυσμού εξακολουθούσε να υποφέρει για τις ιδέες και τη δράση του, με το ΕΑΤ-ΕΣΑ να αποτελεί το προπύργιο «του νόμου και της τάξης», δρώντας επί της ουσίας σαν παραστρατιωτική οργάνωση, με την Γυάρο να ξανανοίγει κ.λπ.
Το 1973 είναι μια καθοριστική χρονιά για πολλούς ανθρώπους της Τέχνης εκείνης της περιόδου, ενώ ταυτόχρονα είναι και μια μάλλον περίεργη χρονιά για τον Μάνο Χατζιδάκι – κάτι που φαίνεται και από το γεγονός της πλήρους δισκογραφικής αποχής του.
Ο Χατζιδάκις είναι κάπως έξω από τα νερά του. Η πολύ χλιαρή αντιμετώπιση του «Μεγάλου Ερωτικού», από τον κόσμο, ήταν ένα χτύπημα για τον ίδιο, όπως και να το κάνουμε, με αποτέλεσμα ο συνθέτης να σκέφτεται ακόμη και την αποχώρησή του από την ελληνική πραγματικότητα. Το αγωνιστικό κλίμα, τουλάχιστον στο χώρο της νεολαίας, στην οποία κατά βάθος προσβλέπει ο Χατζιδάκις, όπως και η έντονη πολιτικοποίηση της περιόδου, δεν τον ευνοούν. Έτσι, το πρώτο εξάμηνο του 1973 θα το περάσει βασικά στο εξωτερικό, κινούμενος μεταξύ Παρισίων, Βρυξελλών και Λονδίνου.
Πιο συγκεκριμένα θα βρεθεί να συνεργάζεται με τον χορογράφο Maurice Béjart και την σοπράνο Βάσω Παπαντωνίου, στην παρουσίαση της “La Traviata” του Giuseppe Verdi, στο βασιλικό θέατρο La Monnaie των Βρυξελλών (27 Φεβρουαρίου 1973), ετοιμάζοντας το σάουντρακ της γερμανικής ταινίας “Der Fußgänger” (1973) του Maximilian Schell, ενώ την ίδια εποχή θα γνώριζε στο Παρίσι και τον γιουγκοσλάβο σκηνοθέτη Dušan Makavejev, για την ταινία του οποίου “Sweet Movie” (1974) θα έγραφε αργότερα μουσική.
Εν τω μεταξύ το καλοκαίρι του ’73 έρχεται στην Αθήνα ο Mayo Thompson (μέλος του ροκ συγκροτήματος Red Crayola στο τέλος των σίξτις) προσβλέποντας σε μια συνεργασία με τον Χατζιδάκι, καθώς οι δυο τους τα είχαν μιλήσει από την Αμερική, αλλά ο Χατζιδάκις θα αρρώσταινε (όπως είχε πει ο Thompson σε συνέντευξη), με αποτέλεσμα αυτή η απροσδόκητη επαφή, που δεν ξέρουμε πού θα κατέληγε, να μην συμβεί ποτέ (δυστυχώς).
Την ίδια εποχή ο έλληνας συνθέτης επεξεργάζεται και ετοιμάζει τον «Οδοιπόρο», όπως ήταν ο πρώτος ανεπίσημος τίτλος του επερχόμενου δίσκου του. Ο τίτλος είναι παρμένος από την ταινία “Der Fußgänger” του Schell (der fußgänger στα γερμανικά σημαίνει ο πεζός, ο οδοιπόρος), που θα έβγαινε στις αίθουσες στις 6 Σεπτεμβρίου 1973 (όπως μαθαίνουμε από τη γερμανική wiki). Μάλιστα, για αφηγητής στον δίσκο προοριζόταν ο ίδιος ο Schell, ενώ τα τραγούδια επρόκειτο να τα ερμηνεύσουν ο Δημήτρης Ψαριανός, η Φλέρυ Νταντωνάκη, όπως και η πρωτοεμφανιζόμενη Αρετή Γεωργίου (στην πορεία θα άλλαζαν όλοι οι ερμηνευτές). Ο Χατζιδάκις δεν είχε γράψει πολλή καινούρια μουσική για την γερμανο-ελβετική ταινία (ανάμεσα ακούγονται και τα τραγούδια «Ο ταχυδρόμος πέθανε» και «Το μαντολίνο» με τη Ζωή Φυτούση), όμως ένα από τα λίγα πρωτότυπα κομμάτια που ακούγονταν εκεί ήταν και «Η μπαλλάντα του οδοιπόρου» (χωρίς τους στίχους), σε ελαφρώς διαφορετική εκτέλεση από εκείνη του δίσκου.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/100-hronia-manos-hatzidakis-polytropon-ena-peirama-apo-1973-74

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 677

22/10/2023 
Πουλάνε μούρη τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ) και βγάλανε έγγραφα της λογοκρισίας για το «Ζεϊμπέκικο» του Σαββόπουλου, το 1972, επί δικτατορίας. Το τραγούδι απορρίφθηκε στην πρωτοβάθμια και ζητήθηκαν «βελτιώσεις», αλλά με εντολή του «κ. Γενικού» εγκρίθηκε ως είχε, κι έτσι, αλογόκριτο, το ακούμε στον δίσκο. Άρα στην περίπτωση αυτή δεν υπήρξε λογοκρισία.
Πηγή: ΓΑΚ
Αντιθέτως, υπήρξε λογοκρισία επί ΝΔ και Καραμανλή, το 1979, στο «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο». Γι’ αυτήν την καραμπινάτη περίπτωση τα ΓΑΚ... κιχ. Δεν δώσανε κανένα χαρτάκι στη δημοσιότητα.
Μμμμ... ωραία πράματα... πλήρης κατατόπιση και ενημέρωση...

22/10/2025
Απόψε στις 9 στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, ένα διαφορετικό αφιέρωμα στον Διονύση Σαββόπουλο. Είναι το πρώτο επεισόδιο μιας σειράς 6 εκπομπών, με το συγκεκριμένο να αναφέρεται στην εποχή του "Φορτηγού". Να μην το χάσετε...
https://www.facebook.com/reel/3024854164389858?locale=el_GR

22/10/2025
Αυτό που με τάραξε στον Σαββόπουλο, πιτσιρικά ακόμη, στο (τριτάξιο) Γυμνάσιο, ήταν οι στίχοι του. Εντάξει, όλο το πακέτο λειτουργούσε ακαριαία (μουσική, στίχος, ερμηνεία, ενορχήστρωση), αλλά οι στίχοι ήταν το Α και το Ω. Αν οι στίχοι του δεν με συγκλόνιζαν δεν θα ασχολιόμουνα, όσο ωραία και να ήταν όλα τα άλλα. Αυτό μόνο με τον Σαββόπουλο και με τον Ντύλαν το ένοιωσα, ταυτόχρονα, την ίδια εποχή. Γιατί τον Ντύλαν τον γνώρισα μέσα από τον Σαββόπουλο και διάβαζα τα λόγια του, έχοντας στο προσκέφαλό μου, το βιβλίο της Συριώτη με τους στίχους του.
Ακόμη και στα 90s, όταν ήμουν 30άρης πια, όταν πλέον είχα απομυθοποιήσει πολλά, όταν είχα αντιληφθεί τις στροφές (φανερές ή κρυφές) πολλών, και όχι μόνο του Διονύση, πάντα πρόσεχα τι έλεγε ο Σαββόπουλος στα τραγούδια του. Και ήταν τότε, το ’94, όταν με βρήκαν κατακέφαλα αυτά τα εκπληκτικά λόγια του, ταράζοντάς με πάλι, όπως ήταν ήμουνα πιτσιρικάς.
Ναι, μεγαλώσαμε με το ροκ των σίξτις, την κορυφαία αντιπολίτευση στη Δύση (όπως το είχε πει κάποτε και ο Διονύσης), τα τσογλάνια που επιχείρησαν μέσα και από το ροκ να στήσουν έναν άλλο κόσμο, μια εναλλακτική κοινωνία όπως το λέγαμε, αλλά το ροκ είχε πεθάνει ρε φίλε από το ’73, είχε ενσωματωθεί στην απολυτότητά του κι έπρεπε να ψάξουμε αλλού για να βρούμε τη σύνδεσή μας με το χώμα που πατούσαμε. Ακόμη και τότε, λοιπόν, η παρέμβασή του Διονύση θα ήταν για μένα θεμελιώδης.
Δεν μπορεί να μην χρωστάς πολλά, σε κάποιον που έχει γράψει τέτοια λόγια. Πρέπει να είσαι ηλίθιος, κολλημένος, να ζεις στον κόσμο σου ή δεν ξέρω εγώ τι άλλο...

21/10/2025
Εμένα ο Σαββόπουλος άλλαξε τη ζωή μου, και ήταν αυτό το πρώτο πράγμα που του είπα, όταν μου δόθηκε η ευκαιρία -χαρά και τιμή μαζί- να τον συναντήσω πριν από κάποιο καιρό.
Γιατί, φίλε μου, όταν αλλάζει η μουσική που ακούς, όταν υφίστασαι τέτοια δόνηση, τέτοιο τράνταγμα, δεν μπορεί παρά να αλλάζει κι η ζωή σου. Έπαθα σοκ όταν άκουσα για πρώτη φορά τη Ρεζέρβα, την εποχή που βγήκε, το 1979, μαθητής στο γυμνάσιο ακόμη, ενώ όταν θα άκουγα τον Μπάλλο, σχεδόν αμέσως μετά, ήμουν σίγουρος πως αυτό το σοκ δεν θα το ξεπερνούσα ποτέ. Και δεν το ξεπέρασα... αφού δεν άκουσα ποτέ τίποτα πιο σημαντικό μέχρι σήμερα.
Είμαι συγκλονισμένος με το χαμό του Διονύση απόψε... δεν έχω κάτι άλλο να πω τούτη την ώρα.

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ (1944-2025) ο μέγιστος των Ελλήνων τραγουδοποιών – Όλες οι μεγάλες στιγμές της 60χρονης καλλιτεχνικής διαδρομής του

Γεννημένος στην Θεσσαλονίκη στις 2 Δεκεμβρίου 1944, ο Διονύσης Σαββόπουλος αρχίζει να γίνεται γνωστός, σ’ ένα μικρό κύκλωμα στην αρχή, όταν κατεβαίνει στην Αθήνα, την άνοιξη του 1963. Όπως θα έγραφε και ο ίδιος λίγα χρόνια αργότερα στο «Φορτηγό» του:
«Ξεκινάω μ’ ένα φορτηγό. Στην Εθνική οδό λίγο έξω απ’ τη Θεσσαλονίκη σε μαζεύει κι ύστερα από πολλά σ’ αφήνει στην Αθήνα πριν ξημερώσει...».
Φεύγει μόνος του, με ελάχιστα πρακτικά εφόδια, ερχόμενος σε μια μεγάλη πόλη, δίχως φίλους και γνωστούς.
Η δεκαετία του ’60
Μπορεί ο Διονύσης Σαββόπουλος να έχει παρατήσει τις σπουδές του στην Θεσσαλονίκη, ως φοιτητής της Νομικής, αλλά το φοιτητικό κίνημα της εποχής είναι εκείνο που τον ελκύει περισσότερο και μέσω αυτού θα κάνει τις πρώτες γνωριμίες του, στην πρωτεύουσα πια.
Παρακολουθεί το Τέταρτο Πανσπουδαστικό Συνέδριο, στο Θέατρο Χατζηχρήστου (22-28 Απριλίου 1963), ενώ συμμετέχει στην ίδρυση της ΕΦΕΕ και ακόμη στο Σύνδεσμο Νέων δια τον Πυρηνικόν Αφοπλισμόν “Bertrand Russell”. Μάλιστα στα γραφεία του Συνδέσμου θα στεγαστεί περιστασιακά, όπως και σε σπίτια φίλων και γνωστών.
Φυσικά, την ίδια εποχή δραστηριοποιείται στην ΕΔΑ, συλλαμβάνεται στην Α Μαραθώνια Πορεία, είναι κοντά με τους «Λαμπράκηδες», διαβάζει «Αυγή», «Πανσπουδαστική» και «Επιθεώρηση Τέχνης», συμμετέχει σε εκδηλώσεις για τον Μίκη Θεοδωράκη, γνωρίζεται με την Μαρία Φαραντούρη, τον Μάνο Λοΐζο κ.ά., επιχειρώντας παράλληλα τις πρώτες δειλές εμφανίσεις του (πρώτη φορά, σ’ ένα σινεμά στο Κερατσίνι), κάνοντας όμως παράλληλα κι άλλες δουλειές για να επιβιώσει (σερβιτόρος, μπογιατζής, αχθοφόρος, γυμνό μοντέλο στη σχολή Καλών Τεχνών, δημοσιογράφος).
Γρήγορα ο Δ. Σαββόπουλος αρχίζει να διαμορφώνει ένα ρεπερτόριο (με δικά του τραγούδια, των Θεοδωράκη-Χατζιδάκι κ.ά.), κι έτσι, από το 1964 έως και το 1966, θα εμφανιστεί σε διάφορες μπουάτ (στη μυκονιάτικη Εννέα Μούσες και ακόμη στη Στοά, στο Συμπόσιο, στο Καρνάγιο των Σπετσών, στη Ρουλότα, στην Παράγκα και αλλού), επιχειρώντας, στην αρχή, να βελτιώσει και την τεχνική του στην κιθάρα.
Το 1964 θα γνωρίσει τον συνθέτη Νίκο Μαμαγκάκη, έναν άνθρωπο ο οποίος τον πίστεψε και που θα τον πήγαινε στη
Lyra, για να τον δει και να τον ακούσει ο Αλέξανδρος Πατσιφάς. Ο Μαμαγκάκης ήταν σοβαρά μορφωμένος μουσικά και η γνώμη του «μετρούσε». Κάτι «βλέπει» στον 20χρονο Σαββόπουλο και είναι αυτός, ουσιαστικά, που τον επιβάλλει στην εταιρεία. Είναι το ξεκίνημα της μεγάλης διαδρομής.
Ο πρώτος δίσκος του Διονύση Σαββόπουλου ήταν ένα 45άρι με τέσσερα τραγούδια, ένα EP δηλαδή, που κυκλοφόρησε από την Lyra, στις 15 Φεβρουαρίου 1965. Περιείχε τα κομμάτια «Ήλιε, ήλιε αρχηγέ (Εγερτήριο)», «Μια θάλασσα μικρή», «Τα πουλιά της δυστυχίας» και «Μη μιλάς άλλο γι’ αγάπη».
Τα τραγούδια ακούγονται μέσα στο Νέο Κύμα, που λανσάρει τότε η Lyra, αλλά είναι φανερό πως δεν έχουν ουδεμία σχέση με τα τραγούδια του Γιάννη Σπανού, που έλεγε τότε η Καίτη Χωματά, ή μ’ εκείνα του Γιώργου Ζωγράφου και του Γιάννη Πουλόπουλου. Ο ίδιος ο Διονύσης Σαββόπουλος έγραφε στο οπισθόφυλλο εκείνου του πρώτου EP του:
«Πάνε δύο χρόνια που τελειώνοντας το Γυμνάσιο στη Σαλονίκη, κατέβηκα στην Αθήνα να βρω δουλειά. Να τώρα σ’ αυτό το δίσκο τέσσερα από τα πρώτα τραγούδια μου. Δεν είναι παρά εικόνες και άνθρωποι από τη Σαλονίκη και την Αθήνα. Το Μπαχτσέ-Τσιφλίκι, η Καλαμαριά και φυσικά όλοι οι φίλοι. Σ’ αυτό το δίσκο πολλά πράγματα θυμίζουν Ζακ Πρεβέρ, Χριστιανόπουλο, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Μπρασσένς ή Ρωμανό Μελωδό. Σ’ όλα αυτά προστίθεται η προσωπική μου ομιλία, το μεράκι μου να πούμε. Έτσι κάπως, με χίλιους επηρεασμούς, φτιάχνεται το καινούργιο τραγούδι. Είναι ζεστό, οικείο, ολοζώντανο. Έχει ένα κόμπο χαρά κι ένα κόμπο θλίψη. Πολλή πίστη και πολλή ελπίδα. Είναι τόσο μικρό όσο να χωράει ένα φιλί, και τόσο μεγάλο όσο να χωράει μια επανάσταση. Σ’ αυτό το τραγούδι, κτήμα του λαού, πιστεύω κι εγώ».
Στις 2 Ιουνίου 1965 κυκλοφορεί ένα ακόμη EP, με τέσσερα νέα τραγούδια του Δ. Σαββόπουλου. Είναι τα «Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας», «Οι δεκαπέντε» («Είμαστε οι πρώτοι κι ακολουθάνε αναστημένοι χίλιοι νεκροί»), «Το δέντρο (Ο οδηγητής)» και «Συννεφούλα».
Αυτά τα οκτώ τραγούδια, από τα δύο EP, δημιουργούν αμέσως μεγάλη εντύπωση – σε κάποιους τουλάχιστον κύκλους. Η «Επιθεώρηση Τέχνης» γράφει κάτι σαν ύμνο για τον Σαββόπουλο, ο οποίος παρά ταύτα δεν είναι πεπεισμένος, ακόμη, πως θα μπορούσε να σταθεί με αξιώσεις στο χώρο.
Έχει όμως έτοιμο αρκετό υλικό, ικανό να στηρίξει ένα μεγάλο δίσκο, ένα LP, που τότε άρχιζαν κι αυτά να τυπώνονται, σε κάπως μεγαλύτερες ποσότητες, αντιμετωπίζοντας τους καλλιτέχνες (συνθέτες, στιχουργούς, τραγουδιστές και τραγουδοποιούς) με έναν πιο «συνολικό» τρόπο.
Είναι η ώρα του «Φορτηγού» λοιπόν, που κυκλοφορεί στις 22 Νοεμβρίου 1966 και που σηματοδοτεί μια τομή για το ελληνικό τραγούδι. Εφάμιλλη μ’ εκείνη των δίσκων του Μίκη Θεοδωράκη, του Μάνου Χατζιδάκι και του Σταύρου Ξαρχάκου, από την ίδια εποχή, αλλά από άλλη σκοπιά.
Ο Σαββόπουλος έχει πλέον «γνωρίσει» τον Bob Dylan, έχει εντρυφήσει στο τραγούδι διαμαρτυρίας και γι’ αυτό προκύπτουν τα «Βιετνάμ γιε-γιε», «Ήλιε, ήλιε αρχηγέ», «Τα πουλιά της δυστυχίας» και οι «Παλιοί μας φίλοι», αλλά παράλληλα στο «Φορτηγό» καταγράφεται και η ερωτική διάθεση («Η συννεφούλα», «Μη μιλάς άλλο γι’ αγάπη»), όπως επίσης (καταγράφεται) και μια συγκλονιστική μαρτυρία, συμπληρωμένη με αλησμόνητες εικόνες, για την «άλλη» Ελλάδα – της επαρχίας, του περιθωρίου, των πλανόδιων θιάσων, των μπουλουκιών, των σαλτιμπάγκων και των αγοραίων σχέσεων («Οι μάγοι», «Η Ζωζώ», «Η μαϊμού», «Το μπουλούκι»). 
Το «Φορτηγό» είναι ένα εκπληκτικό ντεμπούτο, που πουλάει λίγο και που κάνει τον Σαββόπουλο να αναρωτιέται για το πώς θα πορευτεί – σε Τέχνη και ζωή.
Εν τω μεταξύ γίνεται το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, και ο Σαββόπουλος, ως αριστερός, συλλαμβάνεται και βασανίζεται στην Μπουμπουλίνας (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1967), εκεί όπου βρίσκει την δύναμη και τον τρόπο να γράψει τα τραγούδια «Η Δημοσθένους λέξις», «Η θεία Μάνου» και «Θαλασσογραφία».
Βγαίνει από την φυλακή, παντρεύεται την Άσπα (Ασπασία Αραπίδου) τον Οκτώβριο και φεύγουν μαζί για το Παρίσι. Αργότερα, το 1968 πια, θα μεταβούν στο Μιλάνο, για να επιστρέψουν στην Ελλάδα, μετά από ένα χρόνο, τον Οκτώβριο εκείνης της χρονιάς.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/dionysis-sabbopoylos-1944-2025-o-megistos-ton-ellinon-tragoydopoion